Η εφαρμογή του θερμοκαυτηριασμού με ραδιοσυχνότητες (RF ablation) στη θεραπεία καλοηθών οστικών όγκων

Η θεραπεία των καλοήθων οστικών όγκων εξαρτάται από την ανατομική εντόπιση, τα συμπτώματα, τη φυσική ιστορία του όγκου και τη θνησιμότητα της θεραπείας η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις περιλαμβάνει ή την εκτομή ή την απόξεση αν και όχι σπάνια είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί μία ευρύτερη εξα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Παπαθανασίου, Ζαφειρία
Άλλοι συγγραφείς: Πέτσας, Θεόδωρος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2011
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/4102
Περιγραφή
Περίληψη:Η θεραπεία των καλοήθων οστικών όγκων εξαρτάται από την ανατομική εντόπιση, τα συμπτώματα, τη φυσική ιστορία του όγκου και τη θνησιμότητα της θεραπείας η οποία στις περισσότερες περιπτώσεις περιλαμβάνει ή την εκτομή ή την απόξεση αν και όχι σπάνια είναι απαραίτητο να πραγματοποιηθεί μία ευρύτερη εξαίρεση, χρησιμοποιώντας τις ίδιες αρχές όπως στους κακοήθεις οστικούς όγκους. Οι νεότερες διαδερμικές μέθοδοι, με κυριότερο εκπρόσωπο τη διαδερμική θερμοκαυτηρίαση (RFA) έρχονται να δώσουν τη λύση, εξασφαλίζοντας την πλήρη καταστροφή του όγκου αλλά και τη διατήρηση της λειτουργικής κινητικότητας του ασθενούς. Η παρούσα μελέτη εξέτασε την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια της εν λόγω θεραπευτικής μεθόδου στην αντιμετώπιση κατά κύριο λόγο των οστεοειδών οστεωμάτων αλλά και άλλων καλοήθων οστικών όγκων, όπως τα χονδροβλαστώματα και τα οστεοβλαστώματα. Επίσης, μελετήθηκαν τα απεικονιστικά πρότυπα των όγκων πριν και μετά RFA και έγινε συσχέτιση των απεικονιστικών αποτελεσμάτων με άλλες παραμέτρους των υπό μελέτη οστικών όγκων. ΥΛΙΚΟ ΚΑΙ ΜΕΘΟΔΟΣ Από τον Δεκέμβριο του 2003 έως και τον Δεκέμβριο του 2009 συνολικά 33 ασθενείς με συνολικά 33 καλοήθεις οστικούς όγκους υποβλήθηκαν σε διαδερμική θερμοκαυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες (κατόπιν ενυπόγραφης πληροφορημένης συναίνεσης). Από τους 33 καλοήθεις όγκους, οι 29 ήταν οστεοειδή οστεώματα, οι τρεις χονδροβλαστώματα και ο ένας οστεοβλάστωμα. Από τους 33 ασθενείς, οι 23 ήταν άντρες και οι 10 γυναίκες (♂/♀: ~2/1), ηλικίας από 11 έως 39 ετών (μέση ηλικία : 22,5 έτη). Η διάμετρος των οστεοειδών οστεωμάτων κυμαίνονταν από 4 έως 12 χιλ. (μέση τιμή:7 χιλ.), των χονδροβλαστωμάτων από 26 έως 32 χιλ. (μέση τιμή:29 χιλ.) και του οστεοβλαστώματος 32 χιλ. Συνολικά 27 (82%) όγκοι εντοπίζονταν στα κάτω άκρα, τέσσερις (12%) στα άνω άκρα και δύο (6%) στην σπονδυλική στήλη. Οι έντεκα (33%) από τις 33 βλάβες είχαν ενδαρθρική εντόπιση. Η διάγνωση των οστεοειδών οστεωμάτων στηρίχθηκε αποκλειστικά σε ακτινολογικά και κλινικά κριτήρια, ενώ για τα χονδροβαλστώματα και το οστεοβλάστωμα πραγματοποιήθηκε βιοψία. Σε όλους τους όγκους η θερμοκαυτηρίαση πραγματοποιήθηκε με τη χρήση ενός άκαμπτου RF ηλεκτροδίου σε σχήμα «ράβδου» εκτός από δύο περιπτώσεις χονδροβλαστωμάτων της μηριαίας κεφαλής όπου χρησιμοποίηθηκε εκπτυσσόμενο RF ηλεκτρόδιο δίκην «ομπρέλας». Καταγράφηκαν και μελετήθηκαν τα ποσοστά επιτυχίας, οι υποτροπές, οι επιπλοκές καθώς και τα αποτελέσματα της στατιστικής ανάλυσης. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ Η μέθοδος ήταν τεχνικά επιτυχής και στους 33 όγκους (100%). Υποτροπή των συμπτωμάτων παρουσιάστηκε σε τρεις περιπτώσεις (9%, 3/33) οστεοειδών οστεωμάτων (ένα ενδαρθρικό στο σπογγώδες οστό και δύο εξω-αρθρικά στην φλοιώδη μοίρα), αντίστοιχα στους δύο, έξι και τέσσερις μήνες μετά την «θερμοκαυτηρίαση» (μέση τιμή : 4 μήνες). Η μη σωστή τοποθέτηση του RF ηλεκτροδίου μέσα στον όγκο και ο τραυματισμός του αρθρικού χόνδρου ήταν οι λόγοι αποτυχίας της μεθόδου. Ο ένας ασθενής υπεβλήθη σε δεύτερο επιτυχή «θερμοκαυτηριασμό» (εξω-αθρικό, φλοιώδες οστεοειδές οστέωμα), ο δεύτερος ακολούθησε τη χειρουργική οδό (εξω-αθρικό, φλοιώδες οστεοειδές οστέωμα) και ο τρίτος συνέχισε τη φαρμακευτική αγωγή (ενδαρθρικό, σπογγώδες οστεοειδές οστέωμα). Έτσι, τα ποσοστά κλινικής επιτυχίας μετά την 1η RF συνεδρία ανέρχονται στο 91% (30/33) και συνολικά μετά και την 2η RF συνεδρία ανέρχονται τελικά στο 94% (31/33). Η περίοδος κλινικής παρακολούθησης κυμάνθηκε συνολικά για όλους τους όγκους από 6 έως 70 μήνες (μέση τιμή follow-up : 28 μήνες). Στις επιπλοκές περιλαμβάνονται μία περίπτωση θερμικής δερματικής κάκωσης 1ου βαθμού (ελάσσονα επιπλοκή), μία περίπτωση ιατρογενούς- εκφυλιστικής οστεοαρθρίτιδας (3η υποτροπή) και μία περίπτωση σηπτικής αρθρίτιδας της αριστερής κατά γόνυ αρθρώσεως με σχηματισμό δερματικού συριγγίου δύο μήνες μετά RFA που αντιμετωπίστηκε χειρουργικά. Για τις 25 (86%, 25/29) συνολικά περιπτώσεις οστεοειδών οστεωμάτων με διαθέσιμο CT follow-up πριν και μετά τη θερμοκαυτηρίαση (6, 12 και 24 μήνες), πραγματοποιήθηκε στατιστική συσχέτιση πολλαπλών μεταβλητών και προέκυψαν τα κάτωθι συμπεράσματα (Kendall’s t-test): 1) Η ελάχιστη ή και μηδαμινή «οστεοποίηση» της «φωλεάς» δεν υποδεικνύει απαραίτητα την κλινική αποτυχία (P=0.14). 2) Η ανίχνευση εσωτερικής «οστεοποίησης» της «φωλεάς» παρουσίασε έντονη θετική συσχέτιση με την μεγάλη (≥12 μήνες) διάρκεια του CT follow-up (P=0.014). 3) Το μεγάλο μέγεθος των οστεοειδών οστεωμάτων (>7 χιλ.) συσχετίζεται έντονα αρνητικά με την φλοιώδη (P=0.001), την εξωαρθρική (P=0.003) και την διαφυσιακή εντόπιση (P=0.001). 4) Επίσης και το μεγάλο (≥ 7χιλ.) μέγεθος (P=0.086), δηλαδή και το μεγάλο μέγεθος τείνει να συσχετίζεται με την «ωριμότητα» του όγκου (παρουσία εσωτερικών αποτιτανώσεων προ RFA) . Στοιχεία εσωτερικής «οστεοποίησης» (μετά RFA) ανεδείχθησαν ήδη με την συμπλήρωση των 12 μηνών από την θερμοκαυτηρίαση για δύο χονδροβλαστώματα ενώ το τρίτο εμφάνισε σχεδόν πλήρη «οστεοποίηση» στους 48 μήνες απεικονιστικού follow-up. Απ’ την άλλη, δεν παρατηρήθηκε αλλαγή στην απεικόνιση του οστεοβλαστώματος της κερκίδας στο εξάμηνο ακτινολογικό follow-up. Μέχρι σήμερα όλα τα περιστατικά των χονδροβλαστωμάτων και του οστεοβλαστώματος παραμένουν –από κλινικής απόψεως- ελεύθερα άλγους ή κινητικής δυσχέρειας. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Η διαδερμική θερμοκαυτηρίαση με ραδιοσυχνότητες (RF Ablation) είναι μία ελάχιστα επεμβατική θεραπευτική επιλογή για τους ασθενείς με οστεοειδή οστεώματα, η οποία παρέχει άμεση ανακούφιση από το άλγος με χαμηλά ποσοστά επιπλοκών και υποτροπών. Η RF θερμοκαυτηρίαση θεωρείται πλέον ως η θεραπεία εκλογής για τα οστεοειδή οστεώματα του περιφερικού σκελετού και της πυέλου αλλά και για τις χειρουργικές υποτροπές. Μειώνει την ενδονοσοκομειακή νοσηλεία και τη διάρκεια της επαναφοράς και αποκατάστασης του ασθενούς. Η οστική βιοψία πριν την RF θεραπεία δεν είναι απαραίτητη εφ’ όσον η διάγνωση μπορεί με ασφάλεια να βασιστεί στα κλινικά και απεικονιστικά ευρήματα. Η αξιολόγηση της κλινικής πορείας και όχι η απεικόνιση είναι το καλύτερο κριτήριο για να γίνει διάκριση μεταξύ των ασθενών με καλή ή όχι κιλινική έκβαση. Η καταγραφή και η συσχέτιση παραμέτρων, όπως το μέγεθος, η θέση και η παρουσία εσωτερικών αποτιτανώσεων των οστεοειδών οστεωμάτων δύναται να βοηθήσουν στην κατανόηση της παθογένεσής τους. Η μέθοδος, σε επιλεγμένες περιπτώσεις (θέση-μέγεθος) και υπό κατάλληλες συνθήκες (πολλαπλές «αλληλοεπικαλυπτόμενες» RF συνεδρείες μικρότερης «ενεργού» ακτίνας), μπορεί να εφαρμοστεί επιτυχώς και σε άλλους καλοήθεις οστικούς όγκους όπως τα χονδροβλαστώματα και τα οστεοβλαστώματα.