Περίληψη: | Σήμερα διανύουμε μια νέα εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από πολιτισμική και εθνική ανομοιογένεια. Η πολυπολιτισμική σύνθεση της κοινωνίας και η συνακόλουθη αρχή του σεβασμού της διαφορετικότητας έχουν εμφανέστατα μεταφερθεί στην εκπαίδευση, η οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το κοινωνικό περιβάλλον όπου συντελείται.
Οι δημογραφικές αλλαγές έχουν προφανώς αντίκτυπο στο εκπαιδευτικό σύστημα, το οποίο καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στη δημιουργία προϋποθέσεων αποδοχής και αναγνώρισης του πλουραλισμού και της ετερότητας ως βασικών γνωρισμάτων των σύγχρονων κοινωνιών. Η εκπλήρωση του ρόλου αυτού απαιτεί προσαρμογή του ίδιου του εκπαιδευτικού συστήματος στα νέα δεδομένα κοινωνικοποίησης που χαρακτηρίζουν την εποχή μας. Απαιτεί ταυτόχρονα πέρα από την αναθεώρηση του νομοθετικού πλαισίου, του Αναλυτικού Προγράμματος και των προσφερόμενων προγραμμάτων και διδακτικού υλικού, τον εφοδιασμό των εκπαιδευτικών και των στελεχών της Εκπαίδευσης με σύγχρονες γνώσεις και δεξιότητες, οι οποίες θα τον καταστήσουν ικανό να χρησιμοποιεί την κατάλληλη μεθοδολογία και να εφαρμόζει τις απαραίτητες στρατηγικές, ώστε το εκπαιδευτικό και διοικητικό του έργο να είναι αποτελεσματικό. Ο ρόλος του Διευθυντή είναι καθοριστικός για την ομαλή και αποφασιστική λειτουργία του σχολείου. Η Διαπολιτισμική εκπαίδευση μπορεί να επιτύχει τους στόχους της αν υπάρξει αλλαγή στάσεων στο εκπαιδευτικό δυναμικό τόσο στο επίπεδο της διοίκησης όσο και στο επίπεδο της διδακτικής και παιδαγωγικής πρακτικής.
Στην παρούσα εργασία το ερώτημα που τίθεται είναι αν ο κάθε Διευθυντής της κάθε σχολικής μαινάδας διαθέτει τα απαραίτητα προσόντα και τις ικανότητες να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στο έργο του, δηλαδή αν έχει Διαπολιτισμική και διοικητική επάρκεια και ετοιμότητα σε θέματα που σχετίζονται με την ύπαρξη αλλά και τον τρόπο εργασίας με αλλόγλωσσους μαθητές.
|