Περίληψη: | Στην Ελλάδα, από την αρχαιότητα έως σήμερα, πολλές περιοχές έχουν χρησιμοποιηθεί για μετάλλευση και λατόμευση ώστε να παραχθούν μέταλλα και οικοδομικά υλικά. Η παραγωγή μαρμάρου ήταν συνήθης στην αρχαία Ελλάδα, αλλά σήμερα η πιο κοινή πρακτική είναι η παραγωγή αδρανών υλικών.
Παρόλο που η Ευρωπαϊκή νομοθεσία είναι ιδιαίτερα αυστηρή σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση των λατομείων (μετά τη χρήση τους), υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που λατομεία αφέθηκαν στην τύχη τους μετά την εκμετάλλευση του πετρώματος. Σε τέτοιες περιοχές, ο ρυθμός της φυσικής διαδοχής είναι ιδιαίτερα χαμηλός επειδή ένα λατομείο καταλήγει με βαθμίδες και πρανή, που αποτελούνται από γυμνό βράχο. Ωστόσο, είναι σημαντικό να εφαρμοστούν μέθοδοι αποκατάστασης χρησιμοποιώντας τεχνητή βλάστηση, όπως είναι η υδροσπορά. Μία συνήθης πρακτική είναι η χρήση φυτικών ειδών, τα οποία είναι χαρακτηριστικά της τοπικής χλωρίδας και βλάστησης. Ο σκοπός της αποκατάστασης θα πρέπει να είναι η επανόρθωση της αρχικής ποιότητας του περιβάλλοντος. Στη μη αποκατεστημένη περιοχή, οι φυσιολογικές βιολογικές διαδικασίες είναι σε λήθαργο. Έτσι, θα πρέπει να αποκατασταθεί ώστε να είναι λειτουργικό σε ό,τι αφορά το έδαφος, τους φυτικούς οργανισμούς και την αισθητική του τοπίου. Στο αποκατεστημένο οικοσύστημα, οι φυσικές διαδικασίες απελευθέρωσης θρεπτικών ουσιών, η ανάπτυξη των φυτών και ο κύκλος των θρεπτικών συνεχίζουν σε φυσιολογικούς ρυθμούς.
Η περιοχή μελέτης περιλαμβάνει τα πρανή και τις βαθμίδες ενός λατομείου ασβεστόλιθου που βρίσκεται πάνω από τα χωριά Αραχωβίτικα και Δρέπανο Αχαΐας. Η ιδιοκτήτρια εταιρία Α.Ε. ΤΣΙΜΕΝΤΩΝ ΤΙΤΑΝ έχει κάνει αποκατάσταση της περιοχής χρησιμοποιώντας φυτικά είδη, όπως είναι τα Cupressus sempervirens, Quercus ilex, Spartium junceum και Pinus halepensis. Επιπρόσθετα, για το σκοπό αυτό έχουν χρησιμοποιηθεί και ξενικά φυτικά είδη, όπως είναι τα Eucalyptus globulus, Cupressus arizonica και Robinia pseudoacacia. Αυτά τα φυτικά είδη είναι ξενικά όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη τη Μεσογειακή περιοχή. Έτσι, η καλλιέργειά τους στην περιοχή όπου βρίσκεται το λατομείο, θα πρέπει να αποφεύγεται.
Ο στόχος αυτής της έρευνας είναι η μελέτη της αποκατάστασης, της φυσικής διαδοχής και της φυτικής ποικιλότητας του λατομείου, χρησιμοποιώντας τη φυτοκοινωνιολογική μέθοδο του Braun-Blanquet. Δειγματοληπτικές επιφάνειες εγκαταστάθηκαν στα πρανή και τις βαθμίδες του λατομείου. Από κάθε επιφάνεια συλλέχθησαν και αναγνωρίστηκαν φυτικά δείγματα, όπως είναι τα Sarcopoterium spinosum, Silene italica subsp. peloponnesiaca, Dittrichia viscosa, Centranthus ruber subsp. ruber και Bituminaria bituminosa. Τα παραπάνω, που ονομάζονται πρόδρομα είδη, αποτελούν τα πρώτα φυτά που εγκαθίστανται σε μία υποβαθμισμένη περιοχή και παίζουν σημαντικό ρόλο στην εγκατάσταση άλλων φυτών.
Η χλωρίδα του λατομείου συγκρίνεται με αυτή της περιβάλλουσας περιοχής, η οποία αποτελείται από τυπική μακκία βλάστηση και χαρακτηρίζεται από κυρίαρχα φυτικά είδη της μεσογειακής βλάστησης στο στάδιο «κλίμαξ». Αυτά είναι τα Quercus coccifera, Q. ilex, Arbutus andrachne και Pistacia lentiscus. Επίσης, παρατηρούνται φυτικά είδη όπως είναι τα Pyrus amygdaliformis, Phlomis fruticosa, Myrtus communis, Cistus creticus, C. salviifolius και Fraxinus ornus. Η μελέτη της περιβάλλουσας περιοχής εξυπηρετεί ως οικοσύστημα αναφοράς, το οποίο αποτελεί ένα μοντέλο για το σχεδιασμό και την εκτίμηση ενός σχεδίου οικολογικής αποκατάστασης.
|