Περίληψη: | Η Εύβοια είναι το δεύτερο μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας, στο οποίο απαντάται μεγάλη ποικιλομορφία αναγλύφου, γεωλογικού υποστρώματος και υψομέτρου, ιδιαίτερα στο βόρειο τμήμα του. Σε συνδυασμό με το κλίμα που επικρατεί, δημιουργούνται κατάλληλες συνθήκες, οι οποίες ευνοούν την ανάπτυξη σπανίων ή απειλούμενων φυτικών ειδών και υποειδών μεγάλου επιστημονικού ενδιαφέροντος.
Το Quercus trojana subsp. euboica, η ευβοϊκή δρυς όπως ονομάζεται κοινώς, είναι ένα από τα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα φυτικά taxa, τα οποία φύονται στη βόρεια Εύβοια. Μάλιστα, είναι ένα από τα στενότοπα ενδημικά taxa της Εύβοιας και ταυτόχρονα το μοναδικό ενδημικό υποείδος του γένους Quercus στην Ελλάδα. Έχει χαρακτηριστεί ως Τρωτό (VU) βάσει της κατηγοριοποίησης της IUCN (2001) σύμφωνα με το κριτήριο C1, όμως οι περιοχές εξάπλωσής του δεν υπόκεινται ακόμη σε καθεστώς νομικής προστασίας. Υφίσταται πιέσεις από ανθρωπογενείς επιδράσεις όπως πυρκαγιές, βόσκηση και υλοτομίες.
Στο πλαίσιο της παρούσας εργασίας ξεκίνησε η διαδικασία παρακολούθησης (monitoring) της κατάστασης στη φύση του ενδημικού taxon Quercus trojana subsp. euboica. Ως “monitoring” ορίζονται οι επανειλημμένες μετρήσεις διαφόρων παραγόντων και μεταβλητών (αριθμός ατόμων εκάστοτε taxon, ύψος-διάμετρος κορμού, εδαφοκάλυψη, ανθοφορία, καρποφορία, φυτρωτικότητα ατόμων, βιωσιμότητα αρτιφύτρων κ.ά.) σε βάθος χρόνου και σε έκταση. Τοποθετήθηκαν δέκα συνολικά επιφάνειες παρακολούθησης επιφάνειας 25 m2 η καθεμία στις περιοχές εξάπλωσής του, με επιμέρους υποτετράγωνα 1 m2. Πραγματοποιήθηκε έρευνα επί τρία έτη και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Πάρθηκαν ποικίλες μετρήσεις (γεωγραφικό μήκος-πλάτος, υψόμετρο, κλίση-έκθεση, εδαφολογικές παρατηρήσεις), ενώ συλλέχθηκαν φυτικά δείγματα για την πλήρη χλωριδική ανάλυση και φωτογραφήθηκε λεπτομερώς κάθε επιφάνεια.
Πραγματοποιήθηκε ταξινομικός προσδιορισμός των δειγμάτων βάσει της πλέον πρόσφατης βιβλιογραφίας, έγινε προσδιορισμός των βιομορφών, διάκριση των χωρολογικών στοιχείων και φυτοκοινωνιολογική ανάλυση σύμφωνα με τη μέθοδο Braun-Blanquet. Έτσι, βρέθηκαν 93 taxa στις περιοχές εξάπλωσης της ευβοϊκής δρυός, με κυρίαρχες οικογένειες την Asteraceae (17%) και την Poaceae (6%). Τα Ημικρυπτόφυτα αποτελούν σχεδόν το 41% του συνόλου, ενώ το 44,1% είναι Μεσογειακά taxa. Επίσης, παρατηρήθηκαν 18 ελληνικά ενδημικά taxa, εκ των οποίων τα 6 είναι στενότοπα ενδημικά.
Έπειτα, όλες οι δειγματοληπτικές επιφάνειες καταχωρήθηκαν στη βάση δεδομένων Turboveg και χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα TWINSPAN (two-way indicator species analysis) για να ομαδοποιηθούν οι φυτοληψίες. Ακόμη, χρησιμοποιήθηκε η μέθοδος DCA (Detrended Correspondence Analysis-DECORANA) για τη δημιουργία γραφικής απεικόνισης του πίνακα των φυτοκοινωνιολογικών δεδομένων. Επιπλέον, χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα SPSS 13.0 πραγματοποιήθηκε Ανάλυση Ομαδοποίησης (Cluster Analysis) με τη μέθοδο Σύνδεσης Γειτόνων (Neighbor Joining) για τις δέκα επιφάνειες παρακολούθησης. Ο δείκτης που χρησιμοποιήθηκε είναι αυτός της παρουσίας-απουσίας ειδών Jaccard.
Όπως προκύπτει από τη μελέτη αυτή, οι περιοχές εξάπλωσης της ευβοϊκής δρυός φαίνεται να έχουν υποστεί συρρίκνωση από την πυρκαγιά του 1977, ενώ οι πληθυσμοί της κινδυνεύουν από τη διαρκή πίεση της βόσκησης. Τέλος, προτείνονται μέτρα για την καλύτερη πρoστασία του Quercus trojana subsp. euboica.
|