Περίληψη: | Η παρούσα διδακτορική διατριβή έχει ως στόχο τη συνεισφορά στην ανάλυση και ερμηνεία της έντασης και διαμάχης κατά τη διάρκεια παραγωγής και εφαρμογής προγραμμάτων πολιτικής σχετικών με τη διασφάλιση της ποιότητας στο ελληνικό πανεπιστήμιο.
Η βασική θεώρηση της εργασίας είναι ότι δρώντες (συλλογικοί και μεμονωμένοι) σχηματίζουν δίκτυα πολιτικής τα οποία συνασπίζονται και συγκρούονται με άλλους αντίστοιχους συνασπισμούς δικτύων έχοντας ως διακύβευμα την προώθηση και εφαρμογή πολιτικών σχετικά με το πανεπιστήμιο.
Από την ανάλυση της ελληνικής περίπτωσης διαφαίνεται ότι κάθε προσπάθεια προώθησης ενός θεσμοποιημένου συστήματος διασφάλισης της ποιότητας στα ελληνικά πανεπιστήμια είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση της έντασης στο χώρο του πανεπιστημίου. Οι ελληνικές κυβερνήσεις εντατικοποίησαν τις προσπάθειές τους για την ψήφιση και εφαρμογή ενός σχετικού νόμου, καθώς το θέμα της διασφάλισης της ποιότητας είχε τεθεί ως κεντρικό, ήδη από το 1998, μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών πολιτικών στην ανώτατη εκπαίδευση.
Η παραγωγή, η επεξεργασία και η ερμηνεία των ερευνητικών δεδομένων οδήγησε επιγραμματικά στα κεντρικά ευρήματα της παρούσης διδακτορικής διατριβής:
Η πρώτη αλλαγή πολιτικής πραγματοποιείται το 2005 με την παραγωγή συγκεκριμένου προγράμματος πολιτικής για τη διασφάλιση της ποιότητας στο ελληνικό πανεπιστήμιο (Ν.3374/2005). Η αλλαγή αυτή πραγματοποιείται κυρίως εξαιτίας των εξωτερικών συνθηκών του υποσυστήματος. Τόσο πριν από την παραγωγή του προγράμματος όσο και αμέσως μετά δημιουργούνται δύο ισχυροί αντιτιθέμενοι συνασπισμοί δικτύων με συγκρίσιμους πόρους.
Κατά τη διάρκεια της αρχικής περιόδου εφαρμογής του προγράμματος, οι εξελίξεις εντός του υποσυστήματος πολιτικής του ελληνικού πανεπιστημίου προκαλούν αλλαγές στους πόρους των δύο συνασπισμών και στη θέση ισορροπίας της ισχύος. Ο συνασπισμός δικτύων «Εναντίον» του προγράμματος πολιτικής φαίνεται να αποδυναμώνεται διαρκώς με αποτέλεσμα να μην μπορεί να διατηρήσει με αποτελεσματικό τρόπο την ένταση σε υψηλά επίπεδα. Ο δε συνασπισμός «Υπέρ» φαίνεται να ισχυροποιείται αρκετά έναντι του αντιτιθέμενου συνασπισμού, με αποτέλεσμα να μπορεί να μεταβάλλει τις μεταξύ τους ισορροπίες ώστε να δημιουργούνται σαφώς ευνοϊκότερες συνθήκες για την υλοποίηση του προγράμματος, ιδιαίτερα από το 2008 και μετά.
Οι παραπάνω αλλαγές πολιτικής, αν και σημαντικές, δεν συνοδεύονται από παράλληλη παραγωγή γνώσης εξαιτίας πολιτικής εμπειρίας τόσο εντός όσο και μεταξύ των αντιμαχόμενων συνασπισμών δικτύων. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι η πολιτική εμπειρία δεν υπήρξε αμελητέα καθώς η σύγκρουση και η αντιπαράθεση για το συγκεκριμένο ζήτημα πολιτικής ήταν διαρκώς παρούσα για μία δεκαετία περίπου.
|