Περίληψη: | Αντικείμενο της διδακτορικής αυτής διατριβής είναι το πρόβλημα περί της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπου, σε σχέση με την παρουσία της θείας προνοίας στη ζωή του όπως διατυπώνεται από τον Μάξιμο τον Ομολογητή (580-662), οπότε αναγκαίως εισήχθη στη συζήτηση και το μεταφυσικό στοιχείο με τις γενικές οντολογικές προκείμενες που το διέπουν και τις ειδικές κοσμολογικές που το ακολουθούν.
Τα κύρια σημεία που επιχειρούμε να αναδείξουμε, ως ερευνητικά προς εξειδίκευση ζητήματα, με συνοπτικό τρόπο είναι τα εξής: α΄. Ο άνθρωπος έχει τις προϋποθέσεις να φέρει στο προσκήνιο με ποιοτικούς όρους την ύπαρξή του υπό την οπτική του προσώπου, κατ’ αναλογίαν με τα Πρόσωπα της τριαδικής θεότητας, να πραγματοποιήσει δηλαδή τη ζωή ως αγάπη, δηλαδή ως ελευθερία και όχι ως φυσική αναγκαιότητα. β΄. Ο Θεός ελεύθερα δημιουργεί τον κόσμο και ανάγει το είναι στην ελευθερία, θέτοντας νέα δεδομένα στην οιονεί λογοκεντρική αναγκαιότητα που κατά περιπτώσεις παρουσιάζεται στην αρχαία ελληνική διανόηση της κλασικής περιόδου, παρά το ότι δεν πρέπει να μάς διαφεύγει ότι ο Δημιουργός στον πλατωνικό Τίμαιον διέπεται από προκεχωρημένο βαθμό ελεύθερων προσωπικών επιλογών. Γίνεται λόγος από τον Αθηναίο φιλόσοφο για ένα θείο πρόσωπο που βούλεται, βουλεύεται και κινείται με αισθητικά κριτήρια, τα οποία δεν υποτάσσονται σε αναγκαιότητες. Σημειωτέον μάλιστα ότι και ο νεοπλατωνικός Πρόκλος (412 - 485) επιμένει έτι περαιτέρω στις εν λόγω καταστάσεις. Η χριστιανική θεώρηση όμως της δημιουργίας διευρύνει σε μέγιστο βαθμό το βουλητικό και το βουλευτικό περιεχόμενο της θείας ενέργειας. Το κεφαλαιώδες μάλιστα μυστήριο της ενσάρκου οικονομίας και ενανθρωπήσεως του θείου Λόγου, δηλώνει ακριβώς τη μεταμόρφωση του αιτιατού υπό τους όρους του αιτίου του. γ΄. Ο άνθρωπος διαθέτει φύσει – οντολογικά – ελευθερία βουλήσεως, και έτσι ενισχύεται εξ ορισμού το δικαίωμα της προσωπικής ελευθερίας του και διασφαλίζεται το αυτεξούσιό του, ανεξάρτητα από το πώς θα το κατανοήσει και θα το προβάλει. δ΄. Η ανθρώπινη φύση φθάνει στην πληρότητά της ή στο καθ’ ομοίωσιν, διά της ελευθερίας του προσώπου, εφ’ όσον το ίδιο χρησιμοποίησε το αυτεξούσιον του προς την πραγμάτωση του αγαθού. Πρόκειται για μία ρήτρα που κινείται στον άξονα μιας απόλυτης συμμετρίας, καθότι η μία έννοια (αγαθόν) θέτει δι’ αμέσου συνεπαγωγής και την παρουσία της δεύτερης (ελευθερία) ή και αντιστρόφως.
Τέλος, προκειμένου να αναδείξουμε ευρύτερα την σχέση ελευθερίας –αναγκαιότητας, επιχειρήσαμε σε ορισμένες περιπτώσεις να την εντοπίσουμε, στις γενικές διατυπώσεις της, και στον χώρο του Νεοπλατωνισμού, και ιδιαίτερα στον Πρόκλο, ο οποίος έχει επεξεργασθεί συστηματικά το ζήτημα στα σχόλιά του στους Πλατωνικούς διαλόγους Αλκιβιάδης Α’, κυρίως, Πολιτεία και Τίμαιος, στα οποία μάλιστα αναπτύσσει μία γενικευμένη ανθρωπολογία. Μέσα από τις εν λόγω αναφορές, άλλοτε ρητά και άλλοτε υπόρρητα, επιχειρήσαμε να διατυπώσουμε εκτιμήσεις για το φιλοσοφικό βάθος του στοχασμού του Μαξίμου, ο οποίος κινείται κυρίως στον θεολογικό άξονα έρευνας. Σε ορισμένα, επίσης, σημεία εξετάσαμε και τις σχέσεις του με την ηθική του Αριστοτέλη, κυρίως ως προς την έννοια της προαίρεσης. Τέλος οι αναφορές μας στους Στωικούς κυρίως είχαν ως βάση τις ανθρωπολογικές –ηθικές κατηγορίες του «ἐφ’ ἡμῖν» και του «οὐκ ἐφ ἡμῖν».
|