Περίληψη: | Οι κατολισθήσεις συνιστούν ένα από τα συχνότερα και πιο καταστροφικά δευτερογενή φυσικά φαινόμενα, από άποψη πρόκλησης ζημιών και κινδύνου απώλειας ανθρώπινων ζωών στη διάρκεια των σεισμών. Κατά τη διάρκεια των ιστορικών χρόνων, έχουν διαπιστωθεί πολυάριθμες κατολισθήσεις, με τη σεισμική δραστηριότητα να αποτελεί πάντα μία από τις κύριες αιτίες των φαινομένων αυτών. Ο Ελληνικός χώρος φιλοξενεί από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα ένα σημαντικό αριθμό σεισμικά προκαλούμενων κατολισθήσεων. Το γεγονός αυτό οφείλεται στις πολυσύνθετες γεωλογικές δομές, τη γεωμορφολογία, τις κλιματικές συνθήκες, καθώς και τη συνεχή σεισμικότητα, λόγω των υψηλών τεκτονικών τάσεων.
Η πλειονότητα των κατολισθήσεων στην χώρα μας συνίσταται από περιοχές παλαιότερης ενεργοποίησης. Για αυτόν το λόγο, το πρόβλημα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα σημαντικό, τόσο οικονομικά όσο και κοινωνικά, αφού είναι πλέον πολύ συχνές οι καταστροφές οδικών δικτύων και άλλων τομέων των τεχνικών έργων, ενώ οι επιπτώσεις αφορούν την τρωτότητα και τη βιωσιμότητα των οικισμών, λόγω των επισφαλών συνθηκών. Πρωταρχικό στόχο αυτής της διατριβής αποτελεί η παρουσίαση της κατανομής των καταγεγραμμένων κατολισθήσεων του όρους Σκόλις, οι οποίες ενεργοποιήθηκαν από τον σεισμό της 8ης Ιουνίου του 2008. Το ισχυρό σεισμικό γεγονός , με μέγεθος Mw=6.4, προκάλεσε εκτεταμένες καταστροφές σε ακτίνα 30 km από την επικεντρική περιοχή. Εδαφικές αστοχίες παρατηρήθηκαν ευρέως σε απόσταση αρκετών χιλιομέτρων από το ρήγμα, κυρίως υπό μορφή σεισμικών διαρρήξεων και κατολισθήσεων. Τα κατολισθητικά γεγονότα έλαβαν χώρα στα απότομα πρανή του όρους Σκόλις, το οποίο βρίσκεται στη Βορειοδυτική Πελοπόννησο, στη Δυτική Ελλάδα. Ακολούθως, η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία παρέχει μια εικόνα των βαρυτικών μετακινήσεων στο όρος Σκόλις, όπου μελετώνται αναλυτικά: 1) οι μηχανισμοί ενεργοποίησης των ολισθήσεων και των πτώσεων βράχων, 2) ο αριθμός και το καθεστώς της ενεργότητάς τους, 3) ο καθοριστικός ρόλος των εγκαρσίων ρηγμάτων στη διεύρυνσή τους, 4) ο βαθμός επαναδραστηριοποίησης των ολισθήσεων, που υπολογίστηκε περίπου σε ποσοστό 85%, και 5) οι καταστροφές που προκλήθηκαν στην κατοικημένη περιοχή. Τέλος, ύστερα από τη συσχέτιση μεταξύ προϋπαρχουσών και επαναδραστηριοποιημένων ολισθήσεων, παρατίθενται συγκεντρωτικά τα συμπεράσματα που προέκυψαν από την εξέταση όλων των παραγόντων.
|