Υδρογεωλογική μελέτη του καρστικού συστήματος Στυμφαλίας

Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη των υδρογεωλογικών και υδροχημικών συνθηκών του καρστικού συστήματος της λεκάνης της Στυμφαλίας, που βρίσκεται στο Ν/Δ τμήμα του νομού Κορινθίας. Η λεκάνη της Στυμφαλίας μαζί με τη γειτονική κλειστή λεκάνη της Πελλήνης συνθέτουν μια ενιαία υδρολογική λεκάνη με έκτα...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Αθανασόπουλος, Νικόλαος
Άλλοι συγγραφείς: Ζαγγανά, Ελένη
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2014
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/7877
Περιγραφή
Περίληψη:Σκοπός της εργασίας είναι η μελέτη των υδρογεωλογικών και υδροχημικών συνθηκών του καρστικού συστήματος της λεκάνης της Στυμφαλίας, που βρίσκεται στο Ν/Δ τμήμα του νομού Κορινθίας. Η λεκάνη της Στυμφαλίας μαζί με τη γειτονική κλειστή λεκάνη της Πελλήνης συνθέτουν μια ενιαία υδρολογική λεκάνη με έκταση 216 km2. Η περιοχή ανήκει γεωτεκτονικά στην επαφή των ζωνών Γαβρόβου-Τριπόλεως και Ωλονού Πίνδου. Το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής συνίσταται από μεταμορφωμένα πετρώματα της σειρά φυλλιτών-χαλαζιτών, όπως φυλλίτες, χαλαζίτες και μαρμαρυγιακοί σχιστόλιθοι. Στην περιοχή απαντώνται, κυρίως, οι Άνω-Κρητιδικοί ασβεστόλιθοι της Πίνδου που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της Κυλλήνης, καθώς και οι ασβεστόλιθοι-δολομίτες της Μετά-Τριαδικής ανθρακικής ακολουθίας της Τριπόλεως. Τέλος, εμφανίζονται και μεταλπικοί σχηματισμοί, όπως τεταρτογενή ιζήματα με αλλουβιακές αποθέσεις, νεογενείς μάργες και κροκαλοπαγή. Τα ανθρακικά πετρώματα της περιοχής είναι έντονα τεκτονισμένα εξαιτίας της επώθησης της ζώνης Ωλονού-Πίνδου επί της ζώνης Γαβρόβου-Τριπόλεως, με αποτέλεσμα να διευκολύνονται οι διαδικασίες καρστικοποίησης. Στους ασβεστόλιθους Τριπόλεως συναντάται πλήθος καρστικών δομών, με δολίνες και καταβόθρες, η σημαντικότερη εκ των οποίων είναι η φυσική καταβόθρα της Γιδομάνδρας. Η περιοχή χαρακτηρίζεται από ένα ατελές υδρογραφικό δίκτυο λόγω της διαλυτικής δράσης του νερού στην επιφάνεια των ανθρακικών πετρωμάτων. Σε αυτή την εργασία επιχειρείται και ο καθορισμός του υδρολογικού ισοζυγίου της υδρολογικής λεκάνης της Στυμφαλίας. Για αυτό το σκοπό έγινε επεξεργασία και αξιολόγηση των υδρομετεωρολογικών δεδομένων της περιοχής έρευνας για το χρονικό διάστημα 1975-2000. Από τη σύνταξη του υδρολογικού ισοζυγίου διαπιστώθηκε η ύπαρξη αξιόλογου υδατικού δυναμικού. Το μέσο ετήσιο ύψος βροχόπτωσης στην περιοχή είναι 1074 mm, το οποίο αντιστοιχεί σε έναν μέσο ετήσιο όγκο βροχόπτωσης που φτάνει στα 231,98*106 m3/yr ενώ η συνολική μέση ετήσια παροχή από την έξοδο της λεκάνης απορροής φτάνει στα 65,28*106 m3/yr. Ο μέσος διάχυτος φυσικός εμπλουτισμός τα υδροφόρων υπολογίσθηκε μέσα από την εφαρμογή του υδρογεωλογικού μοντέλου “APLIS”, στο 44% του νερού της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης για το σύνολο της περιοχής. Πολύ υψηλό βαθμό αναπλήρωσης εμφάνισαν οι καρστικοί υδροφόροι των ασβεστόλιθων της Τρίπολης σε ποσοστό ~80%, ακολουθούμενοι από τους υδροφόρους των Άνω-Κρητιδικών ασβεστόλιθων της Πίνδου, σε αντίθεση με αυτούς των μη καρστικών μεταλπικών ιζημάτων που εμφάνισαν αρκετά χαμηλό βαθμό αναπλήρωσης. Η εκφόρτιση της λεκάνης γίνεται κυρίως από το μέτωπο των πηγών του Κεφαλαρίου και της Στυμφαλίας και από άλλες μικρότερες, τροφοδοτώντας την ομώνυμη λίμνη στο χαμηλότερο τμήμα της λεκάνης, μέχρις ότου τα νερά να διοχετευθούν διαμέσου της σήραγγας Σούρι, στα νοτιοανατολικά, προς τη λεκάνη του Ασωπού ποταμού. Η μέση ετήσια πηγαία παροχή φτάνει στα 37,5*106 m3/yr. Ο κυρίαρχος χημισμός των πηγαίων νερών είναι Ca-HCO3. Οι κυρίαρχοι υδροχημικοί τύποι για τα υπόγεια νερά της περιοχής είναι Ca-HCO3 και Ca-Mg-HCO3 ενώ νερά με υδροχημικούς τύπους Ca-HCO3-SO4 και Ca-SO4-HCO3 αφορούν μόνο τμήματα της περιοχής μελέτης.