Περίληψη: | Στην παρούσα Μεταπτυχιακή Διατριβή Ειδίκευσης παρουσιάζονται τα αποτελέσματα της υδρογεωλογικής και υδροχημικής έρευνας της Νήσου Λήμνου. Η Ν. Λήμνος βρίσκεται σε μια θέση του Ελληνικού χώρου όπου από γεωτεκτονικής άποψης δεν ανήκει σε καμία γεωτεκτονική ζώνη. Τη γεωλογική δομή της Λήμνου δομούν μαγματικά πετρώματα, πλουτωνικά και ηφαιστειακά, Μειοκαινικής ηλικίας, καθώς κατά την εποχή του Μειόκαινου η Λήμνος ήταν πεδίο έντονης ηφαιστειακής δραστηριότητας. Το τέλος του Μειόκαινου χαρακτηρίζεται από την απόθεση κροκαλοπαγών, μαργών και ασβεστούχων ψαμμιτών. Μορφολογικά η περιοχή μελέτης δεν εμφανίζει έντονες εξάρσεις και μόνο το 8.1 % της έκτασης της Λήμνου θεωρείται λοφώδες. Το Δυτικό τμήμα του νησιού είναι το πιο λοφώδες, με το υψηλότερο σημείο να βρίσκεται στα 434μ (Όρος Βίγλα).
Στα πλαίσια της παρούσας διατριβής έγινε δειγματοληψία σε 74 σημεία εμφάνισης νερού, πηγές, πηγάδια και γεωτρήσεις και πραγματοποιήθηκαν χημικές αναλύσεις για τον προσδιορισμό κύριων στοιχείων και ιχνοστοιχείων. Κύριο χαρακτηριστικό των πηγών του νησιού είναι ο υπόθερμος χαρακτήρας με θερμοκρασίες να φτάνουν μέχρι 23ο C. Εξαίρεση αποτελεί η ιαματική πηγή Θέρμα, της οποίας η θερμοκρασια φτάνει στους 38,6ο C.
Κύριο χαρακτηριστικό όλων των δειγμάτων νερού είναι η έντονη παρουσία νατρίου και χλωρίου, αποτέλεσμα της διείσδυσης θαλασσινού νερού στα παράκτια υδροφόρα συστήματα σε πολλές περιοχές του νησιού. Οι υψηλές συγκετρώσεις του νατρίου πιθανά οφείλονται και στη διάλυση των ορυκτών αλβίτη και σμεκτίτη, τα οποία αποτελούν συστατικά των πετρωμάτων της Λήμνου. Έντονη είναι κατά τόπους και η παρουσία του καλίου και των θειικών, αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης νερού – πετρώματος και συγκεκριμένα της διάλυσης του ορυκτού αλουνίτη, που έχει βρεθεί σε πετρώματα του νησιού. Κατά τόπους όμως τα στοιχεία αυτά πιθανά να προέρχονται από τη χρήση λιπασμάτων στις διάφορες καλλιέργειες του νησιού. Η χωρική κατανομή των ιχνοστοιχείων έδειξε ότι στο ανατολικό τμήμα της Ν. Λήμνου υπάρχει έντονη παρουσία αρσενικού, γεωγενούς κυρίως προέλευσης.
Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην υδρογεωχημική μελέτη της περιοχής Κότσινα, όπου σύμφωνα με τις ιστορικές γραφές αποτελούσε την περιοχή εξόρυξης του υλικού της «Λήμνιας Γης». Ορυκτολογικές και γεωχημκές αναλύσεις έδειξαν ότι το υλικό που πιθανά αποτέλεσε τη «Λήμνια Γη» και είχε θεραπευτικές ιδότητες είναι πλούσιο σε Ca- μοντμοριλλονίτη και περιέχει Al καθώς και άλλα ιχνοστοιχεία.
|