Αιτιογνωστική και προγνωστική ανάλυση απουσιών σε κοόρτη εργαζομένων στη βιομηχανία

Σκοπός της διατριβής ήταν η διερεύνηση του φαινομένου της απουσίας (για λόγους υγείας) από την εργασία στον ιδιωτικό τομέα και ιδίως στη βαριά βιομηχανία, και τη πιθανή επίδραση στην ικανότητα εργασίας. Η παρούσα διδακτορική διατριβή στηρίχτηκε κυρίως στη μελέτη του αρχείου αναρρωτικών αδειών (μιας...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Μερεκούλιας, Γεώργιος
Άλλοι συγγραφείς: Γελαστοπούλου, Ελένη
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2015
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/8269
Περιγραφή
Περίληψη:Σκοπός της διατριβής ήταν η διερεύνηση του φαινομένου της απουσίας (για λόγους υγείας) από την εργασία στον ιδιωτικό τομέα και ιδίως στη βαριά βιομηχανία, και τη πιθανή επίδραση στην ικανότητα εργασίας. Η παρούσα διδακτορική διατριβή στηρίχτηκε κυρίως στη μελέτη του αρχείου αναρρωτικών αδειών (μιας κοόρτης) εργαζομένων σε ένα από τα μεγαλύτερα ναυπηγεία της χώρας, καθώς και στις ετήσιες στατιστικές αναφορές του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΙΚΑ) της τελευταίας 20ετίας. Τα χαμηλά επίπεδα απουσιασμού ασθενείας στον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα επιβεβαιώθηκαν από τη μελέτη που έγινε στα πλαίσια αυτής της διατριβής, αν και τα αποτελέσματα υποδεικνύουν ότι ο απουσιασμός ασθενείας στην Ελλάδα είναι ελαφρώς μεγαλύτερος από ότι υποδείκνυαν οι πρόσφατες διεθνείς συγκριτικές μελέτες. Το ποσοστό απουσιασμού (Absenteeism rate) βρέθηκε περίπου 2.5%, από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη. Παρόλα αυτά, επειδή περιλαμβάνει τον εργάσιμο χρόνο που διαφέρει από χώρα σε χώρα, δεν χρησιμοποιείται συχνά στις μελέτες αν και ίσως είναι ο πιο έγκυρος δείκτης απουσιασμού. Η μέση διάρκεια απουσίας για κάθε εργαζόμενο ανά έτος ήταν 5.8 ημέρες( μέγιστη τιμή 8 ημέρες προς το τέλος της περιόδου μελέτης) με ένα αντίστοιχο μέσο όρο που ξεπερνούσε κατά πολύ τις 10 ημέρες στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ενδιαφέρον εύρημα αποτελεί το γεγονός ότι οι μικρής διάρκειας απουσίες (<4 ημέρες) αντιστοιχούσαν στο 25% της συνολικής διάρκειας των απουσιών, κάτι που μέχρι τώρα δεν μπορούσε να υπολογιστεί από τα εθνικά στατιστικά δεδομένα του ΙΚΑ. Κατά τη μελέτη των δεδομένων του ΙΚΑ τις δυο τελευταίες δεκαετίες, βρέθηκε μια κυματοειδής πορεία του απουσιασμού, επιδεικνύοντας πτωτική πορεία μέχρι τα τέλη τις δεκαετίας του 1990, σε συμφωνία με τις προηγούμενες μελέτες και εν συνεχεία μια ανοδική πορεία, αν και μέχρι το τέλος της περιόδου μελέτης τα επίπεδα παρέμειναν χαμηλότερα από τα αρχικά. Σίγουρα οι παρατηρήσεις αυτής της μελέτης χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης, καθώς ο χαμηλός απουσιασμός μόνο μερικώς μπορεί να αποδοθεί στα χαμηλά επίπεδα αποζημίωσης μισθού σε περίπτωση αναρρωτικής άδειας ή τα υψηλά ποσοστά ανεργίας. Βασικός σκοπός πρέπει πάντα να είναι η διατήρηση και προώθηση της καλής υγείας των εργαζομένων, μέσω όσο το δυνατόν καλύτερων εργασιακών συνθηκών. Καθώς τόσο οι εργασιακές συνθήκες όσο και η υγεία των εργαζομένων είναι σε μια δυναμική κατάσταση, χρειάζονται εργαλεία παρακολούθησης. Η μέτρηση του απουσιασμού ασθενείας είναι ένας παράγοντας που πάντα θα πρέπει να εκτιμάται από τον ιατρό εργασίας και τον εργοδότη, χρησιμοποιώντας τους διάφορους δείκτες που έχουν καθιερωθεί. Σαν συμπληρωματικό εργαλείο παρακολούθησης προτείνεται η χρήση του Δείκτη Ικανότητας Εργασίας (Work Ability Index), που είναι ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο σταθμίστηκε στα Ελληνικά και εκτιμά γενικά τη λειτουργική ικανότητα των εργαζομένων, όντας άμεσα συνδεδεμένο με τον απουσιασμό ασθενείας. Η ελληνική έκδοση του Δείκτη Ικανότητας Εργασίας έδειξε ικανοποιητικές ψυχομετρικές ιδιότητες και συνοχή, και μπορεί να αποτελέσει μια αξιόπιστη εναλλακτική επιλογή στα εργαλεία αξιολόγησης της ικανότητας εργασίας σε ατομικό και ομαδικό επίπεδο. Ο παράγοντας Bradford είναι ένας ακόμα δείκτης που η προγνωστική του δύναμη όσον άφορα το βραχυπρόθεσμο απουσιασμό φάνηκε σε αυτή τη μελέτη. Προτείνεται επίσης η χρήση και των δυο αυτών δεικτών με την μορφή ενός νέου δείκτη (Δείκτης Πρόβλεψης Πιθανής Απουσίας), για την ανίχνευση εργαζομένων και τομέων εργασίας με αυξημένη πιθανότητα απουσίας για λογούς υγείας τα αμέσως επόμενα χρόνια. Στα πλαίσια της στάθμισης έγινε επίσης φανερό το πρότυπο νοσηρότητας του πληθυσμού των ναυπηγείων, όπου κυριαρχούν οι μυοσκελετικές και αναπνευστικές παθήσεις μαζί με το τραύμα, ενώ τη μεγαλύτερη επίδραση στην ικανότητα εργασίας φαίνεται να έχουν οι καρδιαγγειακές και ψυχικές παθήσεις. Αναδείχτηκε επίσης η υποδιάγνωση των ψυχικών παθήσεων, που είναι ένα γενικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα. Οι ραδιοτεχνίτες και οι φλογοχειριστές φαίνονται να εμφανίζουν τα μεγαλύτερα επίπεδα απουσιασμού. Οι παράγοντες που βρέθηκαν να συσχετίζονται θετικά με αυξημένα επίπεδα απουσιασμού είναι η μικρή ηλικία, οι χειρωνακτικές εργασίες, το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και η εργασιακή εμπειρία άνω των 3 ετών. Συμπερασματικά, χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να κατανοηθεί πλήρως ο απουσιασμός ασθενείας, σε όλους τους εργασιακούς τομείς και βεβαίως εκπαίδευση του ιατρικού προσωπικού στο θέμα της χορήγησης αναρρωτικών αδειών, όπου θα βοηθούσε η χρήση εργαλείων όπως αυτά που μελετήθηκαν σε αυτή τη διατριβή(πχ Disability Guidelines), και ήδη βρίσκουν εφαρμογή σε άλλες χώρες.