Η HDL ως καινοτόμος φαρμακολογικός στόχος : διδάγματα από μελέτες έκθεσης πειραματόζωων σε χαμηλή θερμοκρασία

Πρόσφατα δεδομένα σε πειραματικά μοντέλα ζώων αλλά και σε ασθενείς καταδεικνύουν την σημαντικότητα της «ποιότητας» της λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας (HDL), σε σχέση με την ποσότητά της, στην προστασία από τη στεφανιαία νόσο. Τα κύρια χαρακτηριστικά της HDL τα οποία καθορίζουν την «ποιότητά» της, ε...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Ξεπαπαδάκη, Ευστρατία
Άλλοι συγγραφείς: Κυπραίος, Κυριάκος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2015
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/8272
Περιγραφή
Περίληψη:Πρόσφατα δεδομένα σε πειραματικά μοντέλα ζώων αλλά και σε ασθενείς καταδεικνύουν την σημαντικότητα της «ποιότητας» της λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας (HDL), σε σχέση με την ποσότητά της, στην προστασία από τη στεφανιαία νόσο. Τα κύρια χαρακτηριστικά της HDL τα οποία καθορίζουν την «ποιότητά» της, είναι η ανάστροφη μεταφορά χοληστερόλης, οι αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ιδιότητές της καθώς επίσης και η ικανότητά της να προάγει την παραγωγή ΝΟ στο αρτηριακό επιθήλιο και να ρυθμίζει την ομοιόσταση της γλυκόζης αίματος. Στην συγκεκριμένη ερευνητική εργασία μελετάμε την επίδραση που έχει η ενεργοποίηση του φαιού λιπώδους ιστού, μέσω της έκθεσης φυσιολογικών πειραματικών μοντέλων μυών, σε περιβάλλον χαμηλής θερμοκρασίας, στο λιπιδαιμικό προφίλ, καθώς και στην λειτουργικότητα της HDL. Είναι γνωστό είναι ότι η ενεργοποίηση του φαιού λιπώδους ιστού, λόγω έκθεσης πειραματόζωων σε περιβάλλον χαμηλής θερμοκρασίας, οδηγεί σε θερμογένεση, κάθαρση των τριγλυκεριδίων από το αίμα παχύσαρκων ποντικών, μείωση του βάρους τους, έλεγχο του καταβολισμού των λιποπρωτεϊνών και ομαλοποίηση της ανοχής τους στην γλυκόζη. Έτσι θελήσαμε να επεκτείνουμε την μελέτη μας, στον ενδεχόμενο ρόλο του εγκλιματισμού των πειραματόζωων μετά από μακρόχρονη έκθεσή τους στο ψύχος στους παραπάνω παράγοντες. Για την επίτευξη των πειραματικών μας στόχων δημιουργήθηκαν τρεις ομάδες C57BL/6 μυών εκ των οποίων η μια εκτέθηκε σε περιβάλλον χαμηλής θερμοκρασίας για 2 εβδομάδες (βραχύχρονη έκθεση στο ψύχος), η άλλη ομάδα για 12 εβδομάδες (μακρόχρονη έκθεση στο ψύχος), ενώ η τρίτη αποτέλεσε την ομάδα ελέγχου. Στις δύο ομάδες μυών έγιναν κινητικές μελέτες έκκρισης και κάθαρσης τριγλυκεριδίων. Επίσης απομονώθηκαν από το πλάσμα του αίματος, τα λιποπρωτεϊνικά κλάσματα στα οποία έγιναν αναλύσεις για τον έλεγχο της ποσότητας και της ποιότητας της HDL. Τα αποτελέσματά μας καταδεικνύουν την επαγωγή θερμογένεσης από τον φαιό λιπώδη ιστό και στις δύο πειραματικές ομάδες, με αυτή να είναι πιο έντονη κατά την βραχύχρονη έκθεση στο ψύχος. Παρόλο που η κατανάλωση τροφής στις ομάδες που εκτέθηκαν στο ψύχος αυξήθηκε, το σωματικό τους βάρος παρέμεινε το ίδιο, μιας και η περίσσεια διατροφικών λιπιδίων χρησιμοποιούνταν από τον φαιό λιπώδη ιστό για την παραγωγή θερμότητας παρά για αποθήκευσή τους στον λευκό λιπώδη ιστό. Η εντερική απορρόφηση τριγλυκεριδίων αυξήθηκε σε σχέση με την ομάδα ελέγχου καθώς πιθανά ο οργανισμός χρειαζόταν τα λιπίδια για θερμογένεση, ενώ η ηπατική έκκριση τριγλυκεριδίων μειώθηκε. Η ολική χοληστερόλη των λιποπρωτεϊνικών κλασμάτων, στις πειραματικές ομάδες, έτεινε να βρίσκεται συγκεντρωμένη στα πιο ώριμα κλάσματα, ιδιαίτερα έπειτα από μακρόχρονη έκθεση στο πειραματικό περιβάλλον. Επιπλέον η HDL την 12η εβδομάδα, παρουσίασε καλύτερη αντιοξειδωτική δράση καθώς και διατήρησε αμιγή την ικανότητα να επιτελεί εκροή χοληστερόλης από τα κύτταρα. Τα ευρήματά μας οδηγούν σε δύο ενδιαφέρουσες ανακαλύψεις: 1) Η βραχεία έκθεση στο ψύχος έχει μεγαλύτερη επίδραση στη θερμογένεση και την παραγωγή ATP, απ’ ότι η μακρά έκθεση. 2) Η μακρά έκθεση στο ψύχος οδηγεί σε πιο λειτουργική HDL σε σχέση με την ομάδα βραχείας έκθεσης. Κατά συνέπεια τα αποτελέσματα μας αυτά, καταδεικνύουν εγκλιματισμό των πειραματόζωων στο ψύχος, ο οποίος συνοδεύεται από ποιοτικότερη και πιο λειτουργική HDL.