Οι επιπτώσεις της αχωρικής περιφερειακότητας στην καινοτομία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που βρίσκονται σε μειονεκτικά περιβάλλοντα

Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τους παράγοντες που επηρεάζουν την καινοτόμο δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη και υποστήριξη της και...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Τσεγενίδη, Κυριακή
Άλλοι συγγραφείς: Σκούρας, Δημήτριος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2008
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://nemertes.lis.upatras.gr/jspui/handle/10889/850
Περιγραφή
Περίληψη:Αντικείμενο της παρούσας διδακτορικής διατριβής είναι να εξετάσει τους παράγοντες που επηρεάζουν την καινοτόμο δραστηριότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης θέτοντας ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ανάπτυξη και υποστήριξη της καινοτομίας στην περιφέρεια. Για την πραγματοποίηση της έρευνας επιλέχθηκαν δώδεκα περιοχές μελέτης που βρίσκονται σε έξι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σε κάθε μια από τις έξι χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, επιλέχθηκε μια περιοχή με σχετικά καλή οικονομική απόδοση λαμβανομένου υπόψη του μειονεκτήματος λόγω της απομακρυσμένης της θέσης (περιοχή Α), και μια περιοχή σχετικά προσβάσιμη (περιοχή Β) με οικονομική απόδοση αντίστοιχη με αυτή της περιοχής Α. Οι περιοχές είναι οι εξής: Shetland (Α) και East Ayrshire (Β) στη Σκωτία, Keski- Suomi (Α) και Satakunta (Β) στη Φινλανδία, L’Alcoià (Α) και Camp de Morvedre (Β) στην Ισπανία, Rottal-Inn (Α) και Bitburg-Prüm (Β) στη Γερμανία, Ευρυτανία (Α) και Καλάβρυτα (Β) στην Ελλάδα και Midwest Clare (Α) και Southeast Wexford (Β) στην Ιρλανδία. Τα δεδομένα προήλθαν από 600 συνολικά επιχειρήσεις (50 από κάθε περιοχή) και συλλέχθηκαν με τη βοήθεια ερωτηματολογίων και μέσω προσωπικών συνεντεύξεων στα πλαίσια ενός ερευνητικού προγράμματος χρηματοδοτούμενου από την Ε.Ε. (AsPIRE: Aspatial Peripherality, Innovation and the Rural Economy). Η διδακτορική διατριβή είναι χωρισμένη σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος δίνεται καταρχήν ο ορισμός της καινοτομίας και πραγματοποιείται μια ανασκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας για την καινοτομία και την κατανομή της στο χώρο. Στη συνέχεια αποτυπώνεται η επιρροή του χωρικού, τοπικού και μη τοπικού, περιβάλλοντος μιας επιχείρησης στην καινοτόμο δραστηριότητά της. Γίνεται η υπόθεση ότι η πρόσβαση των επιχειρήσεων σε μη- τοπικά περιβάλλοντα καθορίζει την πιθανότητα να εισάγουν οι επιχειρήσεις καινοτομία και ελέγχει το ποσοστό της συνολικής καινοτόμου δραστηριότητας μιας περιοχής. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η καινοτόμος δραστηριότητα των επιχειρήσεων επηρεάζεται από παράγοντες που σχετίζονται με το άνοιγμα των τοπικών συστημάτων παραγωγής σε μη τοπικούς κόσμους. Τα δίκτυα επιχειρήσεων, το συσσωρευμένο επιχειρηματικό και ανθρώπινο κεφάλαιο, η γνώση και η εμπειρία που αποκτήθηκαν σε μη τοπικό επίπεδο, καθώς και η υπάρχουσα τοπική επιχειρηματική ιστορία ενισχύουν την ικανότητα των επιχειρήσεων να καινοτομούν και διευρύνουν την ικανότητα μάθησής τους. Το δεύτερο μέρος της διατριβής εξετάζει την επίδραση της χωροθέτησης των επιχειρήσεων στην καινοτόμο δραστηριότητά τους, τόσο σε μικρο- όσο και σε μακρο- επίπεδο. Στο μικροοικονομικό επίπεδο συνάγεται ότι η πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας είναι καλά προβλεπόμενη από παρατηρήσιμα επιχειρηματικά χαρακτηριστικά. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι πιο προσβάσιμες περιοχές παρουσιάζουν υψηλότερα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας σε σχέση με τις λιγότερο προσβάσιμες. Στη συνέχεια η διαφορά στα ποσοστά καινοτόμου δραστηριότητας ανάμεσα στις περισσότερο και λιγότερο προσβάσιμες περιοχές αποδομείται σε εκείνη που οφείλεται σε παρατηρήσιμους και σε εκείνη που οφείλεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες. Συμπεραίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος της διαφοράς των πιθανοτήτων να παρουσιάσει μία εταιρεία καινοτόμο δραστηριότητα αποδίδεται σε μη παρατηρήσιμους παράγοντες αποκαλύπτοντας έτσι την σοβαρή επίδραση του τοπικού περιβάλλοντος (όπως αυτό συλλαμβάνεται από την επίπτωση των μη-παρατηρήσιμων παραγόντων) στη καινοτομία. Κατά συνέπεια τα συμπεράσματα προτείνουν να είναι η πολιτική καινοτομίας για τις ΜΜΕ εξειδικευμένη στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής και να στοχεύει στην ικανοποίηση των ιδιαίτερων αναγκών των επιχειρήσεων και στη διατήρηση και βελτίωση του τοπικού περιβάλλοντος καινοτομίας. Σε μακροοικονομικό επίπεδο γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής κάποιων παραγόντων που ευθύνονται για την «Αχωρική Περιφερειακότητα». Αποδεικνύεται ότι η συμβατική περιφερειακότητα (μετρούμενη σε όρους προσβασιμότητας) δεν μπορεί από μόνη της να εξηγήσει τις παρατηρημένες μορφές απόστασης και την οικονομική ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, υπάρχει ένας σημαντικός αριθμός απομακρυσμένων και σχετικά μη προσβάσιμων περιοχών που ξεπερνούν τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και ένας επίσης σημαντικός αριθμός περισσότερο προσβάσιμων περιοχών που παρουσιάζουν αρκετά μικρότερα από τα αναμενόμενα επίπεδα οικονομικής ανάπτυξης. Αποδεικνύεται ότι οι παράγοντες της αχωρικής περιφερειακότητας είναι εκείνοι που ευθύνονται για την απόκλιση των περιφερειών από τη συμβατική σχέση τοποθεσίας και επιπέδου ανάπτυξης. Τέτοιοι παράγοντες είναι για παράδειγμα η λειτουργία χωρικά οριζόντιων και κάθετων επιχειρηματικών δικτύων. Τέλος, το τρίτο μέρος της διατριβής ασχολείται με την επίδραση της καινοτομίας στην απόδοση των επιχειρήσεων και πιο συγκεκριμένα με την επίδραση της καινοτομίας προϊόντος στις επενδύσεις σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η εισαγωγή καινοτομίας προϊόντος μειώνει την πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία. Ένα άλλο συμπέρασμα είναι ότι το μέγεθος της επιχείρησης ασκεί μια ιδιαίτερα σύνθετη επίδραση στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων. Η επίδραση αυτή αποτελείται από δυο συνθετικά μέρη, μια μορφής ανεστραμμένου U άμεση επίδραση του μεγέθους της επιχείρησης στην πιθανότητα για πραγματοποίηση επενδύσεων και μια έμμεση γραμμική επίδραση του μεγέθους στην πιθανότητα εισαγωγής καινοτομίας. Τα αποτελέσματα δείχνουν επίσης ότι το χάσμα στην πιθανότητα πραγματοποίησης επενδύσεων μεταξύ καινοτόμων και μη καινοτόμων επιχειρήσεων αυξάνεται με την αύξηση του μεγέθους.