Η αλπική τεκτονική εξέλιξη της Β. Σίφνου (ΝΔ Αιγαίο)

Η Σίφνος αποτελεί μια από τις καλύτερα διατηρημένες εμφανίσεις της ενότητας των Κυανοσχιστολίθων (εκλογιτών και γλαυκοφανιτικών σχιστολίθων). Η εύρεση τέτοιων διατηρημένων πετρωμάτων είναι σημαντική διότι αυτά τα πετρώματα συγκρατούν στοιχεία παραμόρφωσης από τα βαθύτερα τμήματα του ορογενούς, κατά...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Αραβαντινού, Ειρήνη
Άλλοι συγγραφείς: Ξυπολιάς, Παρασκευάς
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2016
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/8998
Περιγραφή
Περίληψη:Η Σίφνος αποτελεί μια από τις καλύτερα διατηρημένες εμφανίσεις της ενότητας των Κυανοσχιστολίθων (εκλογιτών και γλαυκοφανιτικών σχιστολίθων). Η εύρεση τέτοιων διατηρημένων πετρωμάτων είναι σημαντική διότι αυτά τα πετρώματα συγκρατούν στοιχεία παραμόρφωσης από τα βαθύτερα τμήματα του ορογενούς, κατά το στάδιο της καταβύθισής τους. Ο σκοπός της παρούσας μεταπτυχιακής εργασίας είναι η παρουσίαση ενός νέου γεωλογικού-τεκτονικού χάρτη για τη Βόρεια Σίφνο, καθώς και η ανάλυση της παραμόρφωσης, που περιλαμβάνει την πορεία τους μέσα στο κανάλι καταβύθισης. Κατά την υπαίθρια εργασία, η Βόρεια Σίφνος χωρίστηκε σε δύο κύριες ενότητες, τις ενότητες Μαρμάρων και μετα-ηφαιστειο-ιζηματογενών πετρωμάτων. H ενότητα μαρμάρων περιλαμβάνει τις υπο-ενότητες ανώτερο και κύριο μάρμαρο που διακρίθηκαν από προηγούμενες έρευνες και αποτελείται από ασβεστιτικά και δολομιτικά μάρμαρα, τα οποία σύμφωνα με την υπαίθρια παρατήρηση αποτελούν μία ενιαία ενότητα. Η ενοποίηση βασίστηκε κυρίως σε δύο παράγοντες: (α) δεν υπάρχουν λιθολογικές διαφορές στα δύο μάρμαρα και (β) η ηφαιστειακή ακολουθία που βρίσκεται ανάμεσα στους δύο ορίζοντες ανθρακικών πετρωμάτων, δεν εμφανίζει σημάδια διείσδυσης. Συνεπώς δεν θα μπορούσαν να έχουν πρωτογενή σχέση αλλά είναι πιθανά το αποτέλεσμα τεκτονικού διπλασιασμού. Η μετα-ηφαιστειο-ιζηματογενής ενότητα (ΜΗΙΖ) αποτελείται από συμπλέγματα γλαυκοφανιτών και όξινων ορθογνεύσιων. Όσον αφορά την παραμορφωτική ιστορία της Βόρειας Σίφνου, αναγνωρίστηκαν τέσσερεις κύριες φάσεις παραμόρφωσης (D1-D4). Η D1 φάση παραμόρφωσης χαρακτηρίζεται από την S1 φολίωση, η οποία διατηρείται ως εγκλείσματα σε γρανάτες, είτε ευθύγραμμα (intertectonic) ή ελαφρώς καμπυλωμένα κυρίως στις άκρες (syntectonic). Επιπλέον, η S1 φολίωση εντοπίζεται ισοκλινώς πτυχωμένη και είναι διακριτή στις αρθρώσεις των F2 πτυχών. Η D2 φάση παραμόρφωσης χαρακτηρίζεται από μια ΒΔ-ικης διεύθυνσης κλίσης S2 φολίωση η οποία ορίζεται από ορυκτά όπως ο ομφακίτης και ο γλαυκοφανής. Στα επίπεδα της S2 φολίωσης φιλοξενείται L2 κρυσταλλική γράμμωση με γενική διεύθυνση ΒΔ-ΝΑ, η οποία ορίζεται από ορυκτά όπως βελονοειδής ή πρισματικός γλαυκοφανής, επιμηκυσμένους κρυστάλλους χαλαζία, προσανατολισμένα συσσωματώματα λευκού μαρμαρυγία και ζώνες κρυστάλλων γρανατών. Οι F2 πτυχές είναι κυρίως ισοκλινείς έως κλειστές με γενική διεύθυνση βύθισης των αξόνων τους ΔΒΔ έως ΒΒΔ. Κατά τη διάρκεια της D2 φάσης παραμόρφωσης φαίνεται πως ένα συνμεταμορφικό πλαστικό ρήγμα επωθητικού χαρακτήρα έφερε σε επαφή την μετα-ηφαιστειο-ιζηματογενή ακολουθία με την ακολουθία των μαρμάρων. Η διεύθυνση κίνησης της επώθησης είναι προς τα ΝΑ. Όσον αφορά την D3 φάση παραμόρφωσης, αυτή χαρακτηρίζεται από μια ΒΔ-ικης διεύθυνσης κλίσης S3 φολίωση που ορίζεται από ορυκτά όπως ο γλαυκοφανής, ο λευκός μαρμαρυγίας, το επίδοτο και ο χλωρίτης. Σε αυτήν φιλοξενείται μια L3 κρυσταλλική γράμμωση με γενική διεύθυνση ΒΑ-ΝΔ, που ορίζεται από ορυκτά όπως ο γλαυκοφανής, προσανατολισμένα συσσωματώματα λευκού μαρμαρυγία και επίδοτο. Οι F3 πτυχές έχουν γενική διεύθυνση βύθισης των αξόνων τους ΒΑ-ΝΔ και ταξινομούνται ως κυλινδρικές ή σχεδόν κυλινδρικές, ισοκλινείς έως ανοιχτές, κεκλιμένες έως ανεστραμμένες, μη περιοδικές και ασύμμετρες (κυρίως πτυχές τύπου Ζ). Η ετερογένεια που παρατηρείται στην ένταση της φολίωσης οφείλεται κυρίως σε δύο παράγοντες: (α) στις διαφορές στη σκληρότητα των πετρωμάτων και (β) στην ανάπτυξη μιας σειράς από D3 πλαστικές ζώνες διάτμησης, οι οποίες φαίνεται να κόβουν τα κοντά σκέλη των αντικλίνων και των συγκλίνων. Από τη μικροσκοπική ανάλυση βρέθηκε πως η κίνηση των ζωνών αυτών είναι προς τα ΒΑ. Επιπλέον, πρέπει να αναφερθεί πως σε μερικά σημεία της περιοχής μελέτης εντοπίστηκαν στοιχεία εκτεταμένης ανάδρομης μεταμόρφωσης σε συνθήκες πρασινοσχιστολιθικής φάσης. Τέλος, η D4 φάση παραμόρφωσης χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη κανονικών ρηγμάτων μεσοσκοπικής και μεγασκοπικής κλίμακας με δύο κύριες διευθύνσεις, ΒΑ-ΝΔ και ΒΔ-ΝΑ. Συμπερασματικά, η μέχρι τώρα αντίληψη πως ο εκταφιασμός των πετρωμάτων γίνεται με την ανάπτυξη ρηγμάτων σε καθεστώς διαστολής δεν μπορεί να εξηγήσει τις δομές συστολής που παρατηρήθηκαν στη Β. Σίφνο. Αντιθέτως, το μοντέλο που φαίνεται να ερμηνεύει καλύτερα τον τρόπο με τον οποία τα πετρώματα αυτά έρχονται στην επιφάνεια είναι της πλαστικής διαφυγής είτε προς τα ΝΔ είτε προς τα ΒΑ. Κατά το στάδιο του εκταφιασμού αναφέραμε πως η κίνηση στη Β. Σίφνο γίνεται προς τα ΒΑ, συνεπώς προτείνεται πως ο εκταφιασμός των πετρωμάτων συμβαίνει με τον μηχανισμό πλαστικής διαφυγής προς τα ΒΑ.