Μεταβολικές διαταραχές σε ασθενείς με διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο

Εισαγωγή: Το Σύνδρομο Άπνοιας κατά τον Ύπνο (ΣΑΥ) είναι ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από διαλείπουσα διακοπή της ροής του αέρα που προκαλείται από πλήρη ή μερική σύμπτωση των ανωτέρων αεραγωγών και γι’ αυτό απασχολεί πολύ συχνά τους πνευμονολόγους. Υπολογίζεται ότι το 4% των ανδρών και το 2% των...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Λυκούρας, Δημοσθένης
Άλλοι συγγραφείς: Σπυρόπουλος, Κωνσταντίνος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2016
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/9102
Περιγραφή
Περίληψη:Εισαγωγή: Το Σύνδρομο Άπνοιας κατά τον Ύπνο (ΣΑΥ) είναι ένα σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από διαλείπουσα διακοπή της ροής του αέρα που προκαλείται από πλήρη ή μερική σύμπτωση των ανωτέρων αεραγωγών και γι’ αυτό απασχολεί πολύ συχνά τους πνευμονολόγους. Υπολογίζεται ότι το 4% των ανδρών και το 2% των γυναικών ηλικίας 30–60 ετών πάσχουν από ΣΑΥ. Το ΣΑΥ θεωρείται πλέον ως ανεξάρτητος παράγοντας καρδιαγγειακού κινδύνου, μαζί με άλλους παράγοντες όπως το κάπνισμα και τα αυξημένα λιπίδια. Επιπλέον, πιστεύεται ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην εμφάνιση αρτηριακή υπέρτασης, ωστόσο οι παθογενετικοί μηχανισμοί δεν είναι ακόμη σαφείς. Σκοπός της μελέτης μας ήταν να μετρηθούν τα επίπεδα αλδοστερόνης και ρενίνης σε ασθενείς με ΣΑΥ, και να συγκριθούν με υγιή άτομα, με στόχο την ανάδειξη της επίδρασης της χρόνιας διαλείπουσας υποξίας στην ενεργοποίηση του αυτονόμου νευρικού συστήματος και του άξονα ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης. Υλικό και μέθοδος: Τα άτομα που συμμετείχαν στη μελέτη αυτοί ήταν 19 ασθενείς με ΣΑΥ , που είχαν κάνει πλήρη πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου και είχαν Δείκτη Άπνοιας/Υπόπνοιας (Apnoea Hypopnoea Index – AHI) μεγαλύτερο από 10 επεισόδια/ώρα. Αυτοί συγκρίθηκαν με 20 υγιή άτομα που δεν έπασχαν από ΣΑΥ και χρησιμοποιήθηκαν ως μάρτυρες. Οι ασθενείς με ΣΑΥ εμφάνιζαν παραπλήσια χαρακτηριστικά με τους μάρτυρες σε σχέση με την ηλικία, το φύλο και το Δείκτη Μάζας Σώματος (Body Mass Index – BMI). Πλήρης πολυσωματοκαταγραφική μελέτη ύπνου έγινε σε όλους τους συμμετέχοντες. Τα δείγματα αίματος για τη μέτρηση της ρενίνης και της αλδοστερόνης ελήφθησαν στις 6 π.μ., αμέσως μετά την αφύπνιση στο εργαστήριο ύπνου, σε ύπτια θέση και πριν την έναρξη φυσικής δραστηριότητας. Οι συνήθεις εργαστηριακές μετρήσεις έγιναν στα εργαστήρια του νοσοκομείου. Οι προσδιορισμοί της ρενίνης και αλδοστερόνης στον ορό έγιναν με ραδιενεργά αντισώματα. Αποτελέσματα: Η συγκέντρωση της αλδοστερόνης εμφανίζει ημερήσια διακύμανση, επομένως όλα τα δείγματα ελήφθησαν την ίδια ώρα (6 π.μ.), πριν από την έναρξη φυσικής δραστηριότητας. Δεν υπήρξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές στα επίπεδα αλδοστερόνης μεταξύ των δύο ομάδων των ασθενών με ΣΑΥ και των υγιών ατόμων (140,6 pg/ml ± 25,2 vs 133,2 pg/ml ± 18,5 με p = 0,223). Παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα και για τα επίπεδα της ρενίνης (25,0 ± 6,9 vs 24,9 ± 4,4 με p = 0,360). Συμπεράσματα: Η μελέτη μας αποδεικνύει ότι οι ασθενείς με ΣΑΥ έχουν επίπεδα ρενίνης και αλδοστερόνης παρόμοια με τα υγιή άτομα. Επομένως, δε φαίνεται να υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στο ΣΑΥ και την ανάπτυξη αρτηριακή υπέρτασης μέσω του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης.