Η οικογένεια του Χωλού διαβόλου

Η μελέτη εκκινώντας από τη διαπιστωμένη σατανολογία και διαβολομανία που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του ελληνικού 19ου αιώνα, αναδεικνύει την όψη εκείνη που συνδέεται με τη σάτιρα και την κριτική και διερευνά τις καταβολές της. Αναγνωρίζει τον κομβικό ρόλο του Ασμοδαίου, κεντρικού ήρωα του μυθιστ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Αθήνη, Στέση
Άλλοι συγγραφείς: Athini, Stessi
Μορφή: Conference (paper)
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2016
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/9216
Περιγραφή
Περίληψη:Η μελέτη εκκινώντας από τη διαπιστωμένη σατανολογία και διαβολομανία που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του ελληνικού 19ου αιώνα, αναδεικνύει την όψη εκείνη που συνδέεται με τη σάτιρα και την κριτική και διερευνά τις καταβολές της. Αναγνωρίζει τον κομβικό ρόλο του Ασμοδαίου, κεντρικού ήρωα του μυθιστορήματος του Lesage Le diable boiteux (1707, 2 1726), η συμβολή του οποίου υπήρξε καθοριστική για την απομυθοποίηση του διαβόλου στην ευρωπαϊκή γραμματεία, μεταβάλλοντάς τον από όργανο του κακού σε διεισδυτικό παρατηρητή που ειρωνεύεται, σατιρίζει, σχολιάζει και διακωμωδεί την κοινωνική πραγματικότητα. Από τη συστηματική χαρτογράφηση των ελληνικών διαδρομών του Ασμοδαίου/Χωλού διαβόλου επιβεβαιώνεται ότι η πρώτη ελληνική του εμφάνιση σημειώνεται αρκετά πρωτύτερα από τα «ρομαντικά χρόνια», στο πλαίσιο της ωρίμανσης του Διαφωτισμού, μέσα από τη διακειμενική του παρουσία στον Ανώνυμο του 1789. Σημειώνεται ότι οι δύο μεταφράσεις του μυθιστορήματος –η πρώτη παρέμεινε σε χειρόγραφη μορφή και ολοκληρώθηκε στο τέλος της πρώτης προεπαναστατικής δεκαετίας (1810) και η δεύτερη, έντυπη (Ο Χωλός Διάβολος και αι ράβδοι του 1838, 2 1878) αναδύθηκε μέσα από το εκπαιδευτικό περιβάλλον της σχολής των Κυδωνιών – εγγράφονται μέσα στα συμφραζόμενα του διαφωτισμού και στην προσπάθεια συντονισμού με την ευρωπαϊκή γραμματεία. Υποστηρίζεται ότι περισσότερο γόνιμη από τη μετάφραση του μυθιστορήματος κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα στάθηκε η «μέθοδος» του διαβόλου-παρατηρητή –ενός προδρομικού flâneur– όπως την αξιοποίησε επιδέξια ο Στέφανος Ξένος για να φωτίσει αθέατες πτυχές της οθωμανικής και ελληνικής κοινωνικής και πολιτικής ζωής και η σατιρική του διάσταση όπως την εκμεταλλεύθηκε ο χώρος του εφήμερου. Τα βραχύβια σατιρικά «διαβολικά» περιοδικά και εφημερίδες που εντοπίστηκαν από την έκτη δεκαετία του 19ου αιώνα κ.ε. και καταδεικνύουν τη διάχυση του φαινομένου σε κέντρο και περιφέρεια ώς το τέλος του αιώνα, υποδεικνύουν την τοποθέτηση του ροϊδικού Ασμοδαίου, του πιο γνωστού και αξιόλογου σατιρικού εντύπου, στην απόληξη μιας μακράς πορείας. Ο Χωλός διάβολος, γνήσιο τέκνο του ορθολογισμού, προβάλλεται ως ένα από τα παραδείγματα της γραμματολογικής συνέχειας που διακρίνει την ελληνική παιδεία.