Περίληψη: | Η διδασκαλία του γραπτού λόγου αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους διδασκαλίας της μητρικής γλώσσας στο πλαίσιο του επίσημου εκπαιδευτικού προγράμματος του Δημοτικού Σχολείου. Το αναλυτικό πρόγραμμα σπουδών του δημοτικού σχολείου έχει υιοθετήσει την κειμενοκεντρική προσέγγιση τόσο στη διδασκαλία παραγωγής γραπτού λόγου, όσο και στη διδασκαλία γραμματικής.
Κύριος σκοπός της έρευνας είναι να αναδείξουμε τον τρόπο με τον οποίο διδάσκεται η γραμματική στην Ε΄ τάξη του Δημοτικού σχολείου σε συνάρτηση με τη διδασκαλία της παραγωγής γραπτού λόγου. Να διερευνήσουμε δηλαδή με ποια είδους προσέγγιση (παραδοσιακή ή κειμενοκεντρική προσέγγιση)
αντιμετωπίζει και διδάσκει ο σημερινός εκπαιδευτικός τη γραμματική σε σχέση με την παραγωγή γραπτού λόγου.
Η παρούσα μελέτη διακρίνεται σε δύο κύρια μέρη, το θεωρητικό και το ερευνητικό. Το θεωρητικό μέρος περιέχει στη πρώτη ενότητα μια παρουσίαση του νέου αναλυτικού προγράμματος σπουδών της Εꞌ τάξης για την παραγωγή γραπτού λόγου και τη γραμματική, ενώ στη δεύτερη ενότητα διερευνώνται οι θεωρητικές προσεγγίσεις παραγωγής του γραπτού λόγου. Στη τρίτη ενότητα εξετάζεται και διερευνάται η έννοια και η σημασία του γραμματισμού και ειδικότερα της παιδαγωγικής του γραμματισμού. Τέλος, το πέρασμα από την γραμματοκεντρική στην κειμενοκεντρική προσέγγιση διδακτικής της γλώσσας εξετάζεται στην τέταρτη και τελευταία ενότητα του θεωρητικού μέρους.
Τα ευρήματα της έρευνάς μας δείχνουν ότι η κειμενοκεντρική προσέγγιση του γραπτού λόγου δημιουργεί μια νέα διδακτική προσέγγιση και είναι λογικό να υπάρχουν ακόμη διδακτικές δυσκολίες, για τις οποίες οι εκπαιδευτικοί αναζητούν τις πλέον κατάλληλες διδακτικές πρακτικές για την υπέρβαση τους. Ωστόσο, το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι το πέρασμα από την παραδοσιακή στην κειμενοκεντρική διδακτική προσέγγιση βρίσκει ακόμα αντιστάσεις σε επίπεδο διδακτικών πρακτικών.
|