Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων

H παρούσα διδακτορική διατριβή έχει σκοπό να καλύψει ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με τις οικονομίες συγκέντρωσης και την κερδοφορία των επιχειρήσεων σε συνιστώσες σε επίπεδο επιχειρήσεων, τοποθεσιών και βιομηχανιών. Στο πρώτο μέρος αμφισβητούμε την ικανότητα των οικονομιών συγκέντρωσης να το...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Σταυρόπουλος, Σπυρίδων
Άλλοι συγγραφείς: Σκούρας, Δημήτριος
Μορφή: Thesis
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2016
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:http://hdl.handle.net/10889/9276
id nemertes-10889-9276
record_format dspace
institution UPatras
collection Nemertes
language Greek
topic Παραγωγικότητα επιχειρήσεων
Μεταποιητική βιομηχανία
Business productivity
Manufacturing industry
338.516
spellingShingle Παραγωγικότητα επιχειρήσεων
Μεταποιητική βιομηχανία
Business productivity
Manufacturing industry
338.516
Σταυρόπουλος, Σπυρίδων
Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
description H παρούσα διδακτορική διατριβή έχει σκοπό να καλύψει ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με τις οικονομίες συγκέντρωσης και την κερδοφορία των επιχειρήσεων σε συνιστώσες σε επίπεδο επιχειρήσεων, τοποθεσιών και βιομηχανιών. Στο πρώτο μέρος αμφισβητούμε την ικανότητα των οικονομιών συγκέντρωσης να τονώνουν την κερδοφορία και την υγιή χρηματοοικονομική αποδοτικότητα των επιχειρήσεων. Καθορίζουμε ένα συγχρονικό δείγμα περίπου 410.000 επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνταν σε όλους τους υποτομείς της μεταποιητικής βιομηχανίας και βρίσκονταν σε 191 περιφέρειες του 2ου επιπέδου της ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS 2) 15 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2005. Για κάθε επιχείρηση, μετράμε δύο δείκτες κερδοφορίας και έναν δείκτη αποδοτικότητας της εργασίας. Βρίσκουμε ότι το μέρος της διακύμανσης των δεικτών κερδοφορίας και αποδοτικότητας της εργασίας, το οποίο αποδίδεται στις περιφέρειες, είναι πολύ μικρό. Επίσης, ορισμένα δοκιμασμένα πολυεπίπεδα μοντέλα αποδεικνύουν ότι η ποσοτική επίδραση της περιφερειακής εξειδίκευσης είναι πολύ μικρή, παρ' όλο που είναι στατιστικά σημαντική. Τα αποτελέσματα είναι ανθεκτικά σε πιο περιορισμένες γεωγραφικές κλίμακες και υποτομείς. Ωστόσο, το 2ο επίπεδο NUTS παραμένει η κυριότερη χωρική κλίμακα σχεδιασμού και εφαρμογής της περιφερειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα αποτελέσματά μας επωφελούνται από τη δύναμη και την ασφάλεια που εξασφαλίζει το μεγάλο εύρος του δείγματος και αποτελούν πρόκληση για τις συμβατικές προσεγγίσεις της έρευνας της συγκέντρωσης και της πολιτικής για τους συνεργατικούς σχηματισμούς. Στο δεύτερο μέρος θέτουμε το ερώτημα: γιατί μερικές επιχειρήσεις είναι περισσότερο αποδοτικές από κάποιες άλλες; Μία προσέγγιση για την εμπειρική διερεύνηση αυτού του ζητήματος είναι ο διαχωρισμός της διακύμανσης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων σε συνιστώσες σε επίπεδο επιχειρήσεων, τοποθεσιών και βιομηχανιών. Παρόλο που έχει τεκμηριωθεί εκτενώς το γεγονός ότι η σποραδικότητα των δεδομένων στις μελέτες της διάσπασης της διακύμανσης ενδέχεται να οδηγεί στην υπερεκτίμηση ορισμένων συνιστωσών της διακύμανσης, οι μελέτες της στρατηγικής διοίκησης οι οποίες έχουν διερευνήσει τη φύση των διαφορών που παρατηρούνται στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, δεν έχουν δώσει μεγάλη προσοχή στις προϋποθέσεις σε σχέση με το μέγεθος των δειγμάτων τους. Διεξάγουμε μια μελέτη μετα-ανάλυσης της παλινδρόμησης και μια μελέτη ελέγχου και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η μεταβλητότητα που παρατηρείται στα αποτελέσματα των παλαιότερων μελετών εξαρτάται -σε σημαντικό βαθμό- από τον αριθμό των παρατηρήσεων που περιλαμβάνει η κάθε ομάδα, σε μια ορισμένη συνιστώσα μιας μελέτης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί κατά την εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων από παλαιότερες μελέτες της διάσπασης της διακύμανσης οι οποίες έχουν διερευνήσει την κερδοφορία των επιχειρήσεων, στον τομέα της στρατηγικής διοίκησης. Τέλος η έννοια της σχετικής διαφοροποίησης των επιχειρήσεων που προσελκύει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον των ερευνητών στις συζητήσεις σχετικά με τον χαρακτήρα της περιφερειακής ανάπτυξης και τη φύση της διάδοσης της γνώσης σε τοπικό επίπεδο αναλύετε. Με αυτή την έννοια, αμφισβητείται η υπόθεση ότι καθαυτοί οι εξωτερικοί παράγοντες Jacobs προωθούν τη διάδοση της γνώσης και υποστηρίζεται ότι «η γνώση θα διαδοθεί αποτελεσματικά μόνο εάν υπάρχει συμπληρωματικότητα μεταξύ των τομέων, από πλευράς κοινών ικανοτήτων». Η οικονομική λογική του εν λόγω επιχειρήματος στηρίζεται στην έννοια της επαρκούς γνωστικής εγγύτητας. Ευρήματα σε αυτό το πλαίσιο αποδεικνύουν ότι οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις υπάρχουσες και στις νέες γνώσεις εμποδίζουν την αποτελεσματική επικοινωνία, καθώς και ότι η διαδραστική μάθηση λειτουργεί καλύτερα στην περίπτωση που η γνωστική απόσταση μεταξύ των εταίρων δεν είναι υπερβολικά μεγάλη. Συνεπώς, αυτό το σκεπτικό επικεντρώνεται συγκεκριμένα στην περιφερειακή σύνθεση των βιομηχανικών τομέων και διαχωρίζει τις επιδράσεις των εξωτερικών παραγόντων Jacobs, αφενός στις επιδράσεις της σχετικής διαφοροποίησης των βιομηχανικών τομέων και αφετέρου, στις επιδράσεις της μη σχετικής διαφοροποίησης των βιομηχανικών τομέων.
author2 Σκούρας, Δημήτριος
author_facet Σκούρας, Δημήτριος
Σταυρόπουλος, Σπυρίδων
format Thesis
author Σταυρόπουλος, Σπυρίδων
author_sort Σταυρόπουλος, Σπυρίδων
title Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
title_short Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
title_full Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
title_fullStr Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
title_full_unstemmed Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
title_sort εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων
publishDate 2016
url http://hdl.handle.net/10889/9276
work_keys_str_mv AT stauropoulosspyridōn exeliktikesoikonomikesmethodoianalysēssyspeirōsēskaiparagōgikotētasepicheirēseōn
_version_ 1771297188268212224
spelling nemertes-10889-92762022-09-05T09:40:24Z Εξελικτικές οικονομικές μέθοδοι ανάλυσης, συσπείρωσης και παραγωγικότητας επιχειρήσεων Σταυρόπουλος, Σπυρίδων Σκούρας, Δημήτριος Τσεκούρας, Κωνσταντίνος Ψαλτόπουλος, Δημήτριος Burger, Martijn Wall, Ronald Παπαδασκαλόπουλος, Αθανάσιος Δημαρά, Ευθαλία Stavropoulos, Spyridon Παραγωγικότητα επιχειρήσεων Μεταποιητική βιομηχανία Business productivity Manufacturing industry 338.516 H παρούσα διδακτορική διατριβή έχει σκοπό να καλύψει ερευνητικά ερωτήματα που σχετίζονται με τις οικονομίες συγκέντρωσης και την κερδοφορία των επιχειρήσεων σε συνιστώσες σε επίπεδο επιχειρήσεων, τοποθεσιών και βιομηχανιών. Στο πρώτο μέρος αμφισβητούμε την ικανότητα των οικονομιών συγκέντρωσης να τονώνουν την κερδοφορία και την υγιή χρηματοοικονομική αποδοτικότητα των επιχειρήσεων. Καθορίζουμε ένα συγχρονικό δείγμα περίπου 410.000 επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνταν σε όλους τους υποτομείς της μεταποιητικής βιομηχανίας και βρίσκονταν σε 191 περιφέρειες του 2ου επιπέδου της ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS 2) 15 κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 2005. Για κάθε επιχείρηση, μετράμε δύο δείκτες κερδοφορίας και έναν δείκτη αποδοτικότητας της εργασίας. Βρίσκουμε ότι το μέρος της διακύμανσης των δεικτών κερδοφορίας και αποδοτικότητας της εργασίας, το οποίο αποδίδεται στις περιφέρειες, είναι πολύ μικρό. Επίσης, ορισμένα δοκιμασμένα πολυεπίπεδα μοντέλα αποδεικνύουν ότι η ποσοτική επίδραση της περιφερειακής εξειδίκευσης είναι πολύ μικρή, παρ' όλο που είναι στατιστικά σημαντική. Τα αποτελέσματα είναι ανθεκτικά σε πιο περιορισμένες γεωγραφικές κλίμακες και υποτομείς. Ωστόσο, το 2ο επίπεδο NUTS παραμένει η κυριότερη χωρική κλίμακα σχεδιασμού και εφαρμογής της περιφερειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα αποτελέσματά μας επωφελούνται από τη δύναμη και την ασφάλεια που εξασφαλίζει το μεγάλο εύρος του δείγματος και αποτελούν πρόκληση για τις συμβατικές προσεγγίσεις της έρευνας της συγκέντρωσης και της πολιτικής για τους συνεργατικούς σχηματισμούς. Στο δεύτερο μέρος θέτουμε το ερώτημα: γιατί μερικές επιχειρήσεις είναι περισσότερο αποδοτικές από κάποιες άλλες; Μία προσέγγιση για την εμπειρική διερεύνηση αυτού του ζητήματος είναι ο διαχωρισμός της διακύμανσης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων σε συνιστώσες σε επίπεδο επιχειρήσεων, τοποθεσιών και βιομηχανιών. Παρόλο που έχει τεκμηριωθεί εκτενώς το γεγονός ότι η σποραδικότητα των δεδομένων στις μελέτες της διάσπασης της διακύμανσης ενδέχεται να οδηγεί στην υπερεκτίμηση ορισμένων συνιστωσών της διακύμανσης, οι μελέτες της στρατηγικής διοίκησης οι οποίες έχουν διερευνήσει τη φύση των διαφορών που παρατηρούνται στην κερδοφορία των επιχειρήσεων, δεν έχουν δώσει μεγάλη προσοχή στις προϋποθέσεις σε σχέση με το μέγεθος των δειγμάτων τους. Διεξάγουμε μια μελέτη μετα-ανάλυσης της παλινδρόμησης και μια μελέτη ελέγχου και καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η μεταβλητότητα που παρατηρείται στα αποτελέσματα των παλαιότερων μελετών εξαρτάται -σε σημαντικό βαθμό- από τον αριθμό των παρατηρήσεων που περιλαμβάνει η κάθε ομάδα, σε μια ορισμένη συνιστώσα μιας μελέτης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί κατά την εξαγωγή γενικών συμπερασμάτων από παλαιότερες μελέτες της διάσπασης της διακύμανσης οι οποίες έχουν διερευνήσει την κερδοφορία των επιχειρήσεων, στον τομέα της στρατηγικής διοίκησης. Τέλος η έννοια της σχετικής διαφοροποίησης των επιχειρήσεων που προσελκύει όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον των ερευνητών στις συζητήσεις σχετικά με τον χαρακτήρα της περιφερειακής ανάπτυξης και τη φύση της διάδοσης της γνώσης σε τοπικό επίπεδο αναλύετε. Με αυτή την έννοια, αμφισβητείται η υπόθεση ότι καθαυτοί οι εξωτερικοί παράγοντες Jacobs προωθούν τη διάδοση της γνώσης και υποστηρίζεται ότι «η γνώση θα διαδοθεί αποτελεσματικά μόνο εάν υπάρχει συμπληρωματικότητα μεταξύ των τομέων, από πλευράς κοινών ικανοτήτων». Η οικονομική λογική του εν λόγω επιχειρήματος στηρίζεται στην έννοια της επαρκούς γνωστικής εγγύτητας. Ευρήματα σε αυτό το πλαίσιο αποδεικνύουν ότι οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις υπάρχουσες και στις νέες γνώσεις εμποδίζουν την αποτελεσματική επικοινωνία, καθώς και ότι η διαδραστική μάθηση λειτουργεί καλύτερα στην περίπτωση που η γνωστική απόσταση μεταξύ των εταίρων δεν είναι υπερβολικά μεγάλη. Συνεπώς, αυτό το σκεπτικό επικεντρώνεται συγκεκριμένα στην περιφερειακή σύνθεση των βιομηχανικών τομέων και διαχωρίζει τις επιδράσεις των εξωτερικών παραγόντων Jacobs, αφενός στις επιδράσεις της σχετικής διαφοροποίησης των βιομηχανικών τομέων και αφετέρου, στις επιδράσεις της μη σχετικής διαφοροποίησης των βιομηχανικών τομέων. This thesis is intended to cover research questions related to the agglomeration economies and firm profitability at different levels of analysis. In the first part of the dissertation we questioned the ability of agglomeration economies to stimulate profitability and healthy financial performance in firms. We devise a cross-sectional sample of approximately 410,000 firms that were active in all subsectors of the manufacturing industry and that were located across 191 NUTS 2 regions of 15 European Union member states in 2005. For each firm, we calculate two profitability indicators and a labour efficiency indicator. We find that the part of the variance of the profitability and labour efficiency indicators that is attributed to regions is very small. Furthermore, fitted multilevel models show that the quantitative effect of regional specialisation, despite being statistically significant, is very small. The results are robust across more refined geographical scales and subsectors. However, the NUTS 2 level remains the major spatial scale of the design and implementation of European Union regional policy. Our results benefit from the power and safety of a large sample and challenge conventional approaches to agglomeration research and cluster policy. In the second part we raise the question of why some firms perform better than others. One approach to addressing this question empirically is to decompose the variance in firm-level profitability into firm, industry, location, and year components. Although it is well established that data sparseness in variance decomposition studies can lead to overestimating particular variance components, little attention has been paid to sample size requirements in strategic management studies that have examined the nature of differences in firm profitability. We conduct a meta-regression and variance decomposition study and conclude that the variation in the results from previous studies is driven—to a considerable extent—by the number of observations per group within a component. Based on these findings, we draw conclusions regarding the validity and reliability of previous variance decomposition studies and provide implications for current debates in the strategic management literature. Finally we analyze the concept of related variety which has attracted increasing attention in the discussion on the nature of localized knowledge spillover and regional growth. We question the hypothesis that Jacobs’externalitites per se knowledge spillover and argue that “knowledge will spillover effectively only when complementarities exist among sectors in terms of shared competences”. The economic rationale behind this argument lies in the notion of sufficient cognitive proximity (Nooteboom 2000). Findings within this context show that large differences in existing and new knowledge prevent effective communications, whilst interactive learning works best when cognitive distance between partners is not too large. Consequently, this line of thought focuses on the specific regional composition with industrial sectors and splits up the Jacobs externalities argument into the effects of related and unrelated variety 2016-06-06T09:29:10Z 2016-06-06T09:29:10Z 2014-12 Thesis http://hdl.handle.net/10889/9276 gr Η ΒΚΠ διαθέτει αντίτυπο της διατριβής σε έντυπη μορφή στο βιβλιοστάσιο διδακτορικών διατριβών που βρίσκεται στο ισόγειο του κτιρίου της. 12 application/pdf