Περίληψη: | Αναπόσπαστο κομμάτι των καθημερινής ειδησιογραφίας αποτελεί πλέον το μετανα-στευτικό ζήτημα. Μπορεί τους τελευταίους μήνες το κύμα των μεταναστών από την δοκιμαζόμενη Συρία να μονοπωλεί το ενδιαφέρον, το θέμα όμως είναι πολύ πιο γενι-κό και αφορά όχι μόνο σε πληθυσμούς που εξαναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις ε-στίες τους διωγμένοι από κάποιον πόλεμο, αλλά και σε πληθυσμούς που, πιο μεμο-νωμένα είναι αλήθεια, αναγκάζονται να μετοικήσουν σε αναζήτηση εργασίας. Η Ελ-λάδα το έζησε αυτό, ως χώρα εξαγωγικής μετανάστευσης ουκ ολίγες φορές στο πα-ρελθόν, στέλνοντας κόσμο στη μακρινή Αυστραλία, τον Καναδά και τις ΗΠΑ, αλλά και στη κοντινή Ευρώπη, στη Γερμανία ή το Βέλγιο. Είναι γνωστό άλλωστε ότι η Μελβούρνη αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη «Ελληνική» πόλη στον κόσμο, αφού ο πληθυσμός της σε μετανάστες πρώτης, δεύτερης ή τρίτης γενιάς υπολείπεται μόνο της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια άρχισε πάλι να «εξά-γει» ανθρώπινο δυναμικό εξαιτίας της παρατεινόμενης οικονομικής κρίσης και εργα-σιακής ύφεσης. Την ίδια στιγμή, σε συνέχεια της «συνήθειας» εισαγωγής «φτηνών» εργατικών χεριών από τις γειτονικές κυρίως χώρες (Αλβανία, Βουλγαρία) η Ελλάδα δέχεται κάθε χρόνο σημαντικό αριθμό οικονομικών μεταναστών όχι μόνο από τις προαναφερθείσες χώρες αλλά και από χώρες της Μέσης ή Άπω Ανατολής.
Όλοι αυτοί οι οικονομικοί μετανάστες έρχονται στην Ελλάδα σε αναζήτηση μιας κα-λύτερης ζωής, καθ’ ομοίωση των αναζητήσεων των δικών μας συμπολιτών που επι-λέγουν πιο προηγμένες επαγγελματικά χώρες της Δύσης. Η ενσωμάτωση των «ξέ-νων» στον εργασιακό χώρο αποτελούσε ανέκαθεν μια δοκιμασία και τα δύο μέρη, τόσο τον οικοδεσπότη εργοδότη που επιθυμούσε να πάρει το μέγιστο δυνατό από τους νεοφερμένους, όσο και τον φιλοξενούμενο που επιθυμούσε να εξοικειωθεί στο μέγιστο βαθμό με το νέο περιβάλλον ώστε να μπορέσει να αποδώσει σύμφωνα με τις δυνατότητές του.
Η αλήθεια τελικά είναι κάπου στη μέση. Χρειάζεται χρόνος και αμοιβαίες υποχωρή-σεις για να μπορέσουν να εξομαλυνθούν οι διαφορές και να γεφυρωθούν οι αποστά-σεις. Κανένας δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι ο τρόπος ζωής, κίνησης και εργασίας μιας νέας χώρας είναι κάτι εύκολο για έναν ξένο. Πάντα υπάρχει η απόσταση που δημι-ουργεί η γλώσσα. Το επίπεδο επικοινωνίας είναι μετριότερο ανάμεσα σε έναν ντόπιο εργοδότη και έναν ξένο εργαζόμενο από ότι είναι ανάμεσα σε δύο ομοεθνείς εργοδό-τη και εργαζόμενο. Ο εργοδότης όμως επιθυμεί να εκμεταλλευτεί τις ικανότητες του εργατικού δυναμικού στον μέγιστο και βέλτιστο δυνατό βαθμό. Και όταν δεν μπορεί να το επιτύχει μειώνει τις αμοιβές ή τις γενικότερες παροχές προς το εργατικό δυνα-μικό. Πόσο δίκαιο είναι αυτό; Και πόσο αξιοκρατικά κριτήρια εφαρμόζονται κάθε φορά για να αποφασιστεί πόσο αξίζει να παίρνει καθένας; Είναι σίγουρο ότι οι εργο-δότες αντιμετωπίζουν τους εργαζόμενους που προέρχονται από ξένες χώρες με τα ί-δια κριτήρια που αντιμετωπίζουν και τους ντόπιους; Ή μήπως εκμεταλλευόμενοι την ανάγκη των μεταναστών για εργασία, αλλά και τα «μειωμένα» στάνταρντς διαβίωσης που συνήθως έχουν αυτοί εφαρμόζουν ρατσιστικές πρακτικές στον εργασιακό χώρο;
Θα περίμενε κανείς φαινόμενα ρατσισμού και άνισης αντιμετώπισης των μετανα-στών, μέσα στις επιχειρήσεις όπου προσφέρουν την εργασία τους, να έχουν εξαλειφ-θεί στην εποχή που ζούμε, καθώς χαρακτηρίζεται σαν εποχή της τεχνολογίας, της ε-πικοινωνίας ή ακόμα λέγεται ότι είναι η εποχή της παγκοσμιοποίησης! Όπου η μετα-κίνηση των ανθρώπων, των ιδεών και του κεφαλαίου είναι σαφώς ευκολότερη. Όμως φαινόμενα ρατσισμού και διακρίσεων μέσα στις επιχειρήσεις είναι πολύ συχνό φαι-νόμενο προκαλώντας πολλά προβλήματα τόσο στις επιχειρήσεις όπου εργάζονται οι μετανάστες , όσο και στους ίδιους τους εργαζόμενους.
Η εφαρμογή της Επιχειρησιακής Ηθικής θα μπορούσε να βοηθήσει και τις επιχειρή-σεις στην αντιμετώπιση αυτού του σοβαρού προβλήματος αλλά και τα ίδια τα άτομα προστατεύοντας την αξιοπρέπειά τους ώστε να μπορούν να ζουν και να εργάζονται αρμονικά στις χώρες τις οποίες μεταναστεύουν προσφέροντας εκτός των υπηρεσιών τους και άλλων πολιτισμικών και πολιτιστικών στοιχείων προς όφελος της εκάστοτε τοπικής κοινωνίας.
|