Περίληψη: | Η σχιζοφρένεια αποτελεί μια ασθένεια που παρουσιάζει μεγάλη ετερογένεια και προσβάλλει περίπου το 1% του γενικού πληθυσμού. Αποτελεί μια αρκετά σοβαρή ψυχωτική διαταραχή και χαρακτηρίζεται, τόσο από θετικά, όσο και από αρνητικά συμπτώματα. Συνήθως, η διάγνωσή της γίνεται αρκετά νωρίς στη ζωή και παρατηρείται, κυρίως, σε έφηβους και νεαρούς ενήλικες.
Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου φαίνεται να διαδραματίζουν τόσο περιβαλλοντικοί, όσο και γενετικοί παράγοντες. Ωστόσο, οι ακριβείς αιτίες που οδηγούν στη σχιζοφρένεια παραμένουν ακόμα άγνωστες. Η κληρονομική της βάση εκδηλώνεται σε μονοζυγωτικούς διδύμους σε ποσοστό 80%, ωστόσο, η γενετική αρχιτεκτονική της νόσου παραμένει άγνωστη.
Ο βασικός άξονας της θεραπείας στηρίζεται στην φαρμακευτική αγωγή με αντιψυχωσικά φάρμακα, εντούτοις, κάποιες φορές, τα αντιψυχωσικά μπορεί να προκαλέσουν σοβαρές παρενέργειες. Τα τελευταία χρόνια γίνονται φαρμακογενωμικές μελέτες σε ασθενείς με σχιζοφρένεια με στόχο την εύρεση γονιδιωματικών αλλαγών που σχετίζονται με την ασθένεια, αλλά και την απόκριση ή μη σε αντιψυχωσικά φάρμακα. Απώτερος σκοπός είναι η εξατομίκευση της θεραπείας και η επίτευξη μέγιστης φαρμακευτικής αποτελεσματικότητας σε συνδυασμό με μείωση των παρενεργειών και της τοξικότητας που μπορεί να προκληθεί.
Στην παρούσα μελέτη διευρευνήθηκε ο ρόλος δυο πολυμορφισμών, του rs6313 που εντοπίζεται στο γονίδιο HTR2A και του rs1799978 που εντοπίζεται στο γονίδιο DRD2, όσον αφορά τη συμμετοχή τους στην παθογένεια της σχιζοφρένειας σε Κροάτες ασθενείς. Επιπρόσθετα, αξιολογήθηκαν οι δυο πολυμορφισμοί ως πιθανοί φαρμακογονιδιωματικοί βιοδείκτες. Σύμφωνα με τη βιβλιογραφία και τα δυο γονίδια φαίνεται να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη της σχιζοφρένειας. Το γονίδιο HTR2A κωδικοποιεί τον υποδοχέα 5-HT2A. Τα άτυπα αντιψυχωσικά λειτουργούν ως ανταγωνιστές των υποδοχέων αυτών μειώνοντας, τόσο τα αρνητικά, όσο και τα θετικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας. Το γονίδιο DRD2 κωδικοποιεί τον υποδοχέα τύπου 2 (D2 υπότυπο). Αρκετές μελέτες έχουν δείξει ότι η αναστολή της σηματοδότησης αυτών των υποδοχέων ευνοεί την αντιμετώπιση κάποιων θετικών συμπτωμάτων της ασθένειας.
Η παρούσα μελέτη αποτελεί την πρώτη μελέτη Κροατών ασθενών και της απόκρισής τους στα αντιψυχωσικά. Σύμφωνα με τα ευρήματά μας, δε βρέθηκε σημαντική στατιστική συσχέτιση των πολυμορφισμών αυτών με την παθογένεια της νόσου, ούτε σε επίπεδο αλληλομόρφων, ούτε σε επίπεδο γονοτύπων. Επιπρόσθετα, δε βρέθηκε σημαντική στατιστική συσχέτιση μεταξύ των δυο πολυμορφισμών και της απόκρισης ή μη των εν λόγω ασθενών στα αντιψυχωσικά. Ωστόσο, θα πρέπει να λάβουμε υπόψιν το μικρό μέγεθος του υπό μελέτη πληθυσμού. Κρίνεται, λοιπόν, αναγκαία η μελέτη μεγαλύτερου πληθυσμιακού δείγματος για την εξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων.
|