Περίληψη: | Η ενδομήτρια καθυστέρηση της αύξησης (IUGR) έχει συσχετιστεί με μεταβολή της γεωμετρίας των καρδιακών κοιλοτήτων, μειωμένη μυοκαρδιακή απόδοση και πάχυνση του τοιχώματος των μεγάλων αγγείων. Αυτές οι διαταραχές έχουν τεκμηριωθεί επαρκώς σε έμβρυα με υπολειπόμενη ανάπτυξη, ενώ πρόσφατες μελέτες υποστηρίζουν την ύπαρξή τους και σε παιδιά που έχουν εκτεθεί σε IUGR. Ωστόσο, τα σχετικά δεδομένα για τη νεογνική περίοδο είναι περιορισμένα.
ΣΚΟΠΟΣ
Σκοπός της παρούσας διδακτορικής διατριβής ήταν: α) η διερεύνηση της ύπαρξης δομικών και λειτουργικών καρδιακών διαταραχών σε νεογνά με IUGR και η αξιολόγηση της καρδιαγγειακής προσαρμογής τους μετά τη γέννηση, β) η διερεύνηση της ύπαρξης διαταραχών της επαναπόλωσης και η συσχέτιση ηλεκτροκαρδιογραφικών και υπερηχοκαρδιογραφικών ευρημάτων, και γ) η μέτρηση του πάχους του έσω και μέσου χιτώνα της κοιλιακής αορτής (aIMT) και η συσχέτισή του με την osteoprotegerin (OPG), έναν αναγνωρισμένο δείκτη καρδιαγγειακού κινδύνου από αθηρωματική νόσο.
ΜΕΘΟΔΟΣ
Μελετήθηκαν 30 νεογνά με τεκμηριωμένη IUGR (βάρος γέννησης μικρότερο από την 10η εκατοστιαία θέση για την ηλικία κύησης και εμβρυϊκή βιομετρία ενδεικτική IUGR) και 30 μάρτυρες. Τη δεύτερη και πέμπτη ημέρα μετά την γέννηση πραγματοποιήθηκε υπερηχοκαρδιογραφική μελέτη (συμβατική και ιστικό Doppler - TDI), ηλεκτροκαρδιογράφημα (για μέτρηση της διασποράς των διαστημάτων QT και JT), υπερηχογραφική μέτρηση του aIMT, και αιμοληψία για τον καθορισμό του νατριουρητικού πεπτιδίου τύπου Β (BNP) και της OPG. Τα αποτελέσματα των μετρήσεων συγκρίθηκαν μεταξύ ασθενών και μαρτύρων και μεταξύ δεύτερης και πέμπτης ημέρας ζωής.
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
Η έκθεση σε IUGR συνοδεύτηκε από σχετική υπερτροφία του μεσοκοιλιακού διαφράγματος και διάταση της αριστερής κοιλίας. Τα νεογνά με IUGR παρουσίαζαν επίσης διαταραγμένη συστολική λειτουργία, ανώμαλη μυοκαρδιακή χαλάρωση, συνολικά μειωμένη καρδιακή απόδοση, και υψηλότερα επίπεδα ΒΝΡ. Στα νεογνά φυσιολογικής ενδομήτριας αύξησης, η καρδιαγγειακή προσαρμογή μετά τη γέννηση χαρακτηρίστηκε από σταδιακή αύξηση του όγκου παλμού και βελτίωση της μυοκαρδιακής απόδοσης με ταυτόχρονη μείωση της καρδιακής συχνότητας. Αντίθετα, στα νεογνά με IUGR δεν επιτεύχθηκε παρόμοια αύξηση του όγκου παλμού ή βελτίωση της μυοκαρδιακής τους λειτουργίας, και η καρδιακή τους παροχή διατηρήθηκε μόνο μέσω αυξημένης καρδιακής συχνότητας. Ταυτόχρονα, τα νεογνά με IUGR παρουσίασαν μεγαλύτερη διασπορά των ηλεκτροκαρδιογραφικών διαστημάτων QT και JT, η οποία συσχετίστηκε με την ελαττωμένη μυοκαρδιακή απόδοση. Η εξέλιξη της διασποράς της κοιλιακής επαναπόλωσης κατά τη μεταβατική περίοδο ήταν παρόμοια με εκείνη των παραμέτρων του TDI. Τα νεογνά με IUGR παρουσίασαν αύξηση του aIMT, το εύρος του οποίου είχε ισχυρή συσχέτιση με τα επίπεδα της OPG.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Τα νεογνά με IUGR παρουσιάζουν σαφή δομική και λειτουργική καρδιακή αναδιαμόρφωση η οποία επηρεάζει την προσαρμογή τους στο εξωμήτριο περιβάλλον. Επιπλέον, η IUGR σχετίζεται με διαταραχές της καρδιακής επαναπόλωσης, οι οποίες εξελίσσονται παράλληλα με τις διαταραχές της καρδιακής λειτουργικότητας κατά τη μεταβατική περίοδο. Οι μηχανισμοί που οδηγούν σε πάχυνση του τοιχώματος των μεγάλων αγγείων παραμένουν ενεργοί και μετά τη γέννηση, σηματοδοτώντας πιθανώς τις απαρχές της αθηρωματικής νόσου. Οι παραπάνω διαταραχές, αν και υποκλινικές, μπορεί να αποτελούν το υπόστρωμα για μετέπειτα δυσμενείς καρδιαγγειακές εκδηλώσεις.
|