Επίδραση της οριακής προωρότητας στην αντοχή στην άσκηση στα παιδιά

Εισαγωγή: Η αύξηση της επιβίωσης των πρόωρων βρεφών έχει δημιουργήσει την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας ζωής παιδιών, εφήβων και ενηλίκων με ιστορικό προωρότητας. Η σωματική άσκηση βελτιώνει την ποιότητα ζωής με ποικίλους τρόπους όμως, έχει φανεί, πως άτομα με ιστορικό σημαντικής προωρότητας την απ...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Νουρλόγλου, Αικατερίνη
Άλλοι συγγραφείς: Nourloglou, Aikaterini
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2022
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/23794
Περιγραφή
Περίληψη:Εισαγωγή: Η αύξηση της επιβίωσης των πρόωρων βρεφών έχει δημιουργήσει την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας ζωής παιδιών, εφήβων και ενηλίκων με ιστορικό προωρότητας. Η σωματική άσκηση βελτιώνει την ποιότητα ζωής με ποικίλους τρόπους όμως, έχει φανεί, πως άτομα με ιστορικό σημαντικής προωρότητας την αποφεύγουν, καθώς παρουσιάζουν ελαττωμένη αντοχή σε αυτήν ενώ, η οριακή προωρότητα δεν είναι σαφές αν επηρεάζει και σε τι ποσοστό την αντοχή στην άσκηση. Σκοπός της μελέτης μας ήταν η διερεύνηση της υπόθεσης πως η οριακή προωρότητα μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη λειτουργία των αναπνευστικών μυών, οδηγώντας σε μειωμένη αντοχή στην άσκηση και περιορισμό της σωματικής δραστηριότητας από την παιδική ηλικία. Υλικά και μέθοδος: Πρόκειται για συγχρονική (cross-sectional) μελέτη ασθενών-μαρτύρων που περιελάμβανε 126 παιδιά, ηλικίας 7-12 ετών, 63 εκ των οποίων είχαν γεννηθεί πρόωρα. Από αυτά, τα 34 είχαν γεννηθεί σε ηλικία κύησης (HK) 34(0/7)-36(6/7) εβδομάδες (ομάδα οριακών προώρων) και τα 29 σε ΗΚ <34(0/7) εβδομάδες (ομάδα προώρων). Οι παραπάνω ομάδες συγκρίθηκαν με ομάδα ελέγχου αντίστοιχης ηλικίας και φύλου. Σε όλους τους συμμετέχοντες πραγματοποιήθηκε λήψη ιστορικού και σωματομετρικών στοιχείων (ύψος, βάρος), φυσική εξέταση και εν συνεχεία υποβλήθηκαν σε σπιρομέτρηση, μέτρηση ισχύος και αντοχής των αναπνευστικών μυών και δοκιμασία καρδιοαναπνευστικής κόπωσης (πρωτόκολλο μέγιστης κόπωσης με σταδιακά αυξανόμενο έργο, τύπου ramp). Συγκρίθηκαν οι σπιρομετρικοί δείκτες, οι δείκτες ισχύος και αντοχής των αναπνευστικών μυών και οι παράμετροι της καρδιοαναπνευστικής δοκιμασίας κόπωσης, και εκτιμήθηκε η συσχέτιση της ηλικίας κύησης με την ισχύ και αντοχή των αναπνευστικών μυών, και τη μέγιστη πρόσληψη οξυγόνου (V'O2 peak). Αποτελέσματα: Τα 63 παιδιά της μελέτης ήταν τελειόμηνα (HK 38,4 ± 1,1, εύρος 37-41) και τα 63 πρόωρα, από τα οποία τα 34 ανήκαν στην ομάδα των οριακών προώρων (ΗΚ 35,9 ± 1, εύρος 34-36,9) και τα 29 στην ομάδα των προώρων (ΗΚ 33 ± 1,2, εύρος 29-33,9). Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές στις σπιρομετρικές παραμέτρους ανάμεσα στις ομάδες. Η μέγιστη εισπνευστική πίεση (MIP) των οριακά προώρων (70 ± 13,3) δεν διέφερε σημαντικά από εκείνη των τελειόμηνων (75 ± 11,2, P=0,645), αλλά τόσο τα τελειόμηνα όσο και τα οριακά πρόωρα είχαν υψηλότερη MIP από τα πρόωρα (63,2 ± 13, P=0,008 και P=0,021 αντίστοιχα). Ο δείκτης πίεσης – χρόνου των αναπνευστικών μυών (PTmus) των οριακά προώρων (0,10 ± 0,03) δεν διέφερε σημαντικά από εκείνον των τελειόμηνων (0,09 ± 0,02, P=0,143). Τόσο τα τελειόμηνα όσο και τα οριακά πρόωρα είχαν χαμηλότερο PTmus από τα πρόωρα (0,12 ± 0,03, P<0,001 και P=0,003 αντίστοιχα). Η συσχέτιση μεταξύ MIP και HK, όπως και μεταξύ PTmus και ΗΚ ήταν ισχυρή. Η ομάδα των οριακά προώρων είχε μικρότερο V ̇O2 peak σε σχέση με τα τελειόμηνα, αλλά μεγαλύτερο V ̇O2 peak σε σχέση με τα υπόλοιπα πρόωρα. Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές σε ότι αφορά τις υπόλοιπες παραμέτρους της CPET. Η συσχέτιση μεταξύ V ̇O2 peak και ΗΚ, όπως και μεταξύ V ̇O2 peak και PTmus ήταν ισχυρή. Δεν διαπιστώθηκαν διαφορές ως προς τον αριθμό των παιδιών που παρουσίασαν αναπνευστικό ή καρδιακό περιορισμό ανάμεσα στις ομάδες. Ωστόσο, ελαττωμένη φυσική κατάσταση διαπιστώθηκε στο 39,7% των προώρων έναντι 20,6% των τελειόμηνων (P <0,001). Από τα πρόωρα με ελαττωμένη φυσική κατάσταση, τα 17 (68%) ανήκαν στην ομάδα των οριακά προώρων. Έτσι, το 50% (17/34) των οριακά προώρων είχαν κακή φυσική κατάσταση, έναντι 27,6% (8/29) των προώρων με ΗΚ <34 εβδομάδες. Συμπεράσματα: Τα παιδιά που έχουν γεννηθεί πρόωρα και οριακά πρόωρα φαίνεται να έχουν μικρότερη ανοχή στην άσκηση σε σχέση με παιδιά αντίστοιχης ηλικίας και φύλου που έχουν γεννηθεί τελειόμηνα. Ταυτόχρονα, η προωρότητα σχετίζεται με σημαντικά μικρότερη αντοχή των αναπνευστικών μυών, η οποία βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με την αντοχή στην άσκηση, ενώ η ελαττωμένη φυσική κατάσταση επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την παραπάνω σχέση.