Ανάπτυξη αναλυτικής μεθόδου για ταυτοποίηση ιχθύων μέσω DNA

Τα ψάρια και ειδικότερα οι σαρδέλες χαρακτηρίζονται από υψηλή διατροφική αξία γεγονός που οδηγεί σε αυξημένη κατανάλωση, με αποτέλεσμα να είναι συχνά στόχος νοθείας. Μέχρι στιγμής έχουν αναπτυχθεί αρκετές μοριακές μέθοδοι, οι οποίες στοχεύουν στην ταυτοποίηση διαφορετικών ειδών με βάση το DNA. Ωστό...

Πλήρης περιγραφή

Λεπτομέρειες βιβλιογραφικής εγγραφής
Κύριος συγγραφέας: Κακαρελίδου, Μυρτώ
Άλλοι συγγραφείς: Kakarelidou, Myrto
Γλώσσα:Greek
Έκδοση: 2023
Θέματα:
Διαθέσιμο Online:https://hdl.handle.net/10889/24451
Περιγραφή
Περίληψη:Τα ψάρια και ειδικότερα οι σαρδέλες χαρακτηρίζονται από υψηλή διατροφική αξία γεγονός που οδηγεί σε αυξημένη κατανάλωση, με αποτέλεσμα να είναι συχνά στόχος νοθείας. Μέχρι στιγμής έχουν αναπτυχθεί αρκετές μοριακές μέθοδοι, οι οποίες στοχεύουν στην ταυτοποίηση διαφορετικών ειδών με βάση το DNA. Ωστόσο, έχουν μειονεκτήματα, καθώς απαιτούν ειδικό εξοπλισμό και είναι αρκετά χρονοβόρες. Στην παρούσα μεταπτυχιακή διπλωματική εργασία αναπτύσσονται βιοαισθητήρες τύπου ταινίας ξηρών αντιδραστηρίων, οι οποίοι ανιχνεύουν νουκλεϊκά οξέα και έχουν διάφορα πλεονεκτήματα, όπως ευκολία στην κατασκευή και στην χρήση, χαμηλό κόστος, ενώ τα αποτελέσματα εμφανίζονται εντός 15 λεπτών και είναι ορατά με γυμνό μάτι. Συγκεκριμένα, στόχος ήταν η ταυτοποίηση και διάκριση δύο ειδών, της Sardina Pilchardus και της Sardinella Aurita. Η τελευταία χρησιμοποιείται ως νοθεία λόγω της χαμηλότερης τιμής της. Σε πρώτο στάδιο, πραγματοποιήθηκε ενίσχυση με PCR στο DNA που απομονώθηκε τόσο από νωπά όσο και από επεξεργασμένα δείγματα των δύο ειδών. Έπειτα, κατασκευάστηκε ο πρώτος βιοαισθητήρας, στον οποίον εφαρμόζονται τα προϊόντα PCR και τα αποτελέσματα εμφανίζονται με τη μορφή ερυθρής ζώνης, καθώς ως ιχνηθέτης χρησιμοποιούνται νανοσωματίδια χρυσού. Με αυτή την μέθοδο, κατέστη δυνατή η ανίχνευση 3.125 fmol από το προϊόν PCR της S. aurita και 6.25 fmol από της S. pilchardus. Έπειτα, ο βιοαισθητήρας εφαρμόστηκε και σε μίγματα των δύο ειδών, όπου σε αυτή την περίπτωση ανιχνεύθηκε νοθεία σε ποσοστό 1% στα νωπά δείγματα και 5% στα επεξεργασμένα. Στη συνέχεια, αναπτύχθηκε δεύτερος βιοαισθητήρας με ίδια αρχή λειτουργίας, με μόνη διαφορά ότι τα αποτελέσματα λήφθηκαν σε μορφή κηλίδας αντί για ζώνης χρησιμοποιώντας μικροσφαιρίδια πολυστυρενίου. Σε αυτή την περίπτωση ανιχνεύθηκε μόλις 1 fmol και από τα δύο είδη, ενώ στα μίγματα το ανιχνεύσιμο ποσοστό νοθείας ήταν 5%.