Περίληψη: | Η παρούσα εργασία διερευνά τις εφαρμοστικές δομές της ελληνικής. Οι εφαρμοστικές δομές διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α. σε αυτές όπου το έμμεσο αντικείμενο επιλέγεται από το ίδιο το ρήμα και εμπεριέχεται στην θεματική του δομή, και β. σε αυτές όπου το έμμεσο αντικείμενο λειτουργεί σαν ένα επιπλέον, προαιρετικό όρισμα στην δομή, το οποίο δεν είναι σαφώς προσδιορισμένο από το ρήμα, δηλαδή δεν επιλέγεται από αυτό. Η πρώτη περίπτωση αντιστοιχεί στην δομή διπλού αντικειμένου ενώ η δεύτερη, στην περίπτωση των ευεργετούμενων και μη-ευεργετούμενων δομών. Από την ανάλυση που παρουσιάστηκε, διαπιστώθηκε ότι ανάλογα με το ύψος στο οποίο εμφανίζεται το έμμεσο εφαρμοσμένο όρισμα προστίθεται ή δεν προστίθεται ένας νέος συμμετέχοντας στο ρηματικό γεγονός. Κοινό σημείο αναφοράς όμως και στις δύο περιπτώσεις είναι ότι η εφαρμοστική κεφαλή εμφανίζεται συστηματικά πάνω από την ρηματική φράση. Εστιάζοντας στην εφαρμοστική κεφαλή εντοπίστηκαν τρία είδη τα οποία εμφανίζουν διαφορετική συντακτική συμπεριφορά αλλά και εσωτερική ποικιλία, πραγματώνοντας διαφορετικούς ρόλους. Το πρώτο είδος εφαρμοστικής κεφαλής εντοπίστηκε στις δομές διπλού αντικειμένου, όπου η εφαρμοστική κεφαλή λειτουργεί σαν αδειοδότης του έμμεσου κλιτικού αντικειμένου, έλκοντας το από την θεματική του θέση εντός της ρηματικής φράσης όπου έχει λάβει τον ρόλο του στόχου της ρηματικής ενέργειας, στην θέση του χαρακτηριστή της εφαρμοστικής κεφαλής προκειμένου να νομιμοποιηθεί η παρουσία του, μέσω συμφωνίας και απόδοσης τιμής στα χαρακτηριστικά του από την ρηματική κεφαλή που ακολουθεί και από την οποία λαμβάνει πτώση. Το δεύτερο είδος εφαρμοστικής κεφαλής εντοπίζεται στις μεταβατικές ευεργετούμενες δομές. Εδώ η εφαρμοστική κεφαλή εισάγει ένα νέο συμμετέχοντα στο ρηματικό γεγονός, ο οποίος μάλιστα δεν προβλέπεται από το ρήμα. Τα προαιρετικά ορίσματα αυτής της κατηγορίας συγχωνεύονται σε διαφορετικά ύψη στη δομή. Εμφανίζουν κάποιες παραλλαγές ανάλογα με το αν ο δράστης ταυτίζεται με τον ευεργετούμενο ή όχι, δηλαδή αν η δομή είναι ετερο-ευεργετούμενη ή αυτο-ευεργετούμενη. Το τρίτο είδος εφαρμοστικής κεφαλής εντοπίζεται στις αμετάβατες (μη-) ευεργετούμενες δομές. Η εφαρμοστική κεφαλή στην περίπτωση αυτή συνδυάζει τις ιδιότητες των δύο παραπάνω εφαρμοστικών κεφαλών, καθώς όχι μόνο εισάγει το έμμεσο αντικείμενο στην δομή αποδίδοντάς του θεματικό ρόλο αλλά λειτουργεί και σαν συντακτικός αδειοδότης του αντικειμένου, μετακινώντας το σε μια θέση πάνω από την φωνή όπου και του αποδίδεται πτώση σαν έσχατη λύση από την στιγμή που δεν υπάρχει κάποιο άλλο στοιχείο στην δομή που να μπορεί να νομιμοποιήσει την παρουσία του. Οι αμετάβατες μη-ευεργετούμενες εμφανίζουν ένα πλήθος σημασιών (κάτοχος, μη-ηθελημένη συμμετοχή στο γεγονός, μη-ευεργετούμενος) που μπορούν να πραγματώνονται συνδυαστικά στο έμμεσο αντικείμενο.
|